Φύσσα Έφη
  • Αρχική
  • Βιογραφικό
  • Υπηρεσίες
  • Online Συμβουλευτική
  • Προγράμματα για γονείς
    • Ομάδες γονέων / Σχολές γονέων
    • Προγράμματα ατομικής
      συμβουλευτικής γονέων
  • Συχνές Ερωτήσεις
  • Επικοινωνία

Συμβουλευτική Γονέων

  • Είμαι Γονιός
  • Μάθηση
    • Ανάγνωση
    • Μαθησιακές Δυσκολίες
    • Σχολείο
  • Παιχνίδι
  • Συμπεριφορά
    • Άγχος αποχωρισμού
    • Καθημερινές ανησυχίες
    • Κατανοώντας τη συμπεριφορά εξελεικτικά
    • Όρια και όχι μόνο
    • Παιδιά και Τεχνολογία
  • Συναισθηματική Νοημοσύνη
  • Τοκετός

Προγράμματα για γονείς


Ομάδες γονέων / Σχολές γονέων

Προγράμματα ατομικής συμβουλευτικής γονέων

Δημοφιλή

  • Πόσο σκληρές μπορούν να γίνουν οι μαμάδες μεταξύ τους;

    9230 views
  • Πώς θα προετοιμάσω το παιδί μου για την Α΄ Δημοτικού;

    8389 views
  • «Μαμά μου, μη φεύγεις!» Όταν τα παιδιά αναπτύσσουν άγχος αποχωρισμού (Μέρος 2ο)

    8249 views
  • Αντιμετωπίζοντας το θυμό σας για το θυμό του παιδιού σας

    6762 views
  • Γιατί τα παιδιά βγαίνουν από τα όρια;

    6599 views
  • Ξεπερνώντας ένα τραυματικό τοκετό: "Γράμμα στην κόρη μου"

    5427 views
  • Τι να προσέξω πριν από ένα ταξίδι χωρίς τα παιδιά μου;

    4837 views
  • Διαζύγιο και εφηβεία

    4281 views

TAG: κάλυψη βασικών συναισθηματικών αναγκών

Πως θα μάθει το μωρό μου παίζοντας «ελεύθερο παιχνίδι»;

Το μωράκι σου πια μπορεί να επιλέξει μόνο του με τι θέλει να παίξει. Κάθεται χωρίς βοήθεια, μπουσουλάει και έχει αρχίσει να πιάνεται από τα έπιπλα του σπιτιού προσπαθώντας να σηκωθεί. Μπορεί πια με λιγότερη ή περισσότερη ευκολία να κινηθεί μέσα στο δωμάτιό του και σε ολόκληρο το σπίτι. Σκαρφαλώνει στον καναπέ, στο κρεβάτι ή στην τσουλήθρα του. Ενθουσιάζεται με το καθετί, πιάνει ότι του κάνει εντύπωση, το περιεργάζεται, το κουνά ρυθμικά, το χτυπά στο πάτωμα, το γρατζουνά, το ψαχουλεύει, παίζει. Αυτό είναι το ελεύθερο παιχνίδι. Παιχνίδι πολύτιμο για τα παιδιά όλων των ηλικιών από τη στιγμή που θα αρχίσουν να μπουσουλούν. Ίσως το πιο πολύτιμο.

Όλα τα παιδιά γεννιούνται με την ικανότητα να παίζουν ελεύθερα, γιατί στην πραγματικότητα μόνο έτσι θα μάθουν. Η μάθηση, που αποτελεί για τα παιδιά βασική ανάγκη, είναι παιχνίδι και μάλιστα ελεύθερο παιχνίδι, παιχνίδι δηλαδή της επιλογής τους. «Μου αρέσει να διαλέγω ό τι θέλω για να παίξω και παίζω με όποιο τρόπο θέλω και όσο θέλω. Θα σταματήσω να παίζω με το συγκεκριμένο παιχνίδι, όταν θα είμαι έτοιμος/η, γιατί τότε δεν θα έχω κάτι άλλο να μάθω από αυτό και θα διαλέξω κάτι άλλο για να παίξω», θα μπορούσε να μας πει ένα μωράκι που απολαμβάνει το ελεύθερο παιχνίδι.Τα παιδιά θα μάθουν μόνο αυτό που είναι έτοιμα να μάθουν. Δεν θα μάθουν αυτό που θέλουμε εμείς. Δεν θα μάθουν αυτό που αποφασίσαμε εμείς να τους μάθουμε. Δεν θα μάθουν αυτό που υποτίθεται ότι τους μαθαίνει ένα παιχνίδι που τους αγοράσαμε. Θα μάθουν αυτό που θα ανακαλύψουν, θα μάθουν αυτό που θα καταλάβουν μετά από πολλές δοκιμές και πειραματισμούς. Θα μάθουν αυτό που μετά από όλα αυτά είναι έτοιμα να μάθουν. Και αυτό το σεβόμαστε πλήρως. Σεβόμαστε δηλαδή την επιλογή του, σεβόμαστε τον τρόπο που παίζει, σεβόμαστε το ρυθμό την ανάπτυξής του,άρα σεβόμαστε το μωράκι μας, κάτι που αποτελεί βασική συναισθηματική ανάγκη του παιδιού μας σε κάθε ηλικία.

   Τα παιδιά μαθαίνουν όσα είναι έτοιμα να μάθουν μόνο μέσω του ελεύθερου παιχνιδιού. Αλλά πως; Το μωράκι σας διαλέγει το παιχνίδι του. Εσείς παρατηρείτε. Μένετε δίπλα του και απολαμβάνετε τη θέα του. Δεν μιλάτε, δεν του προτείνετε παιχνίδι ή τρόπο παιχνιδιού, δεν παρεμβαίνετε. Μένετε απλά εκεί σιωπηλή και παρατηρείτε προσεκτικά. Παρατηρεί με μεγάλη περιέργεια αυτό που επέλεξε και το δοκιμάζει. «Τι κάνει αυτό; Τι θα κάνει άραγε αν το αφήσω να πέσει; Τι θα συμβεί αν το χτυπήσω στο τραπέζι; Αν το χτυπήσω στον καναπέ; Θα ακουστεί κάτι αν το κουνήσω πέρα-δώθε; Είναι μαλακό ή σκληρό, τραχύ ή απαλό; Για να δούμε… Τι γεύση έχει άραγε; Όταν το δαγκώσω, τα δοντάκια μου θα χωθούν μέσα του ή θα πονέσουν όπως στο αρκουδάκι μου (ξύλινο); Τι θα κάνει η μαμά αν το χτυπήσω στον τοίχο; Θα μου χαμογελάσει αν το βάλω στο κεφάλι μου; Πόσο μου αρέσει το χαμόγελό της!». Λογάκια που θα μπορούσε να λέει το μωράκι σας την ώρα που πειραματίζεται, την ώρα που παίζει, αν εκείνο φυσικά μιλούσε. Τις απαντήσεις που αναζητά θα τις πάρει μέσω της δράσης του κι έτσι θα μάθει. Θα χτυπήσει δυνατά στο πάτωμα το πλαστικό μπολ και θα μάθει τον ήχο που κάνει. Αργότερα θα χτυπήσει το μεταλλικό μπολ και θα ακούσει ένα εντελώς διαφορετικό ήχο. Θα παρατηρήσει τις διαφορές στον ήχο, την εικόνα, την υφή και θα συμπεράνει ότι τα πλαστικά αντικείμενα είναι πολύ διαφορετικά από τα μεταλλικά. Κι έτσι θα φτιάξει τα πρώτα του ντραμς! «Μπολ με διαφορετικό υλικό βγάζουν διαφορετικό ήχο! Σπουδαία ανακάλυψη! Πόσο μου αρέσει να παίζω μουσική!».

Σας κοιτά και περιμένει να δει ένα βλέμμα ενθάρρυνσης, για να συνεχίσει να πειραματίζεται, για να συνεχίσει να παίζει είτε βλέμμα επιβράβευση,ς για να του πείτε μπράβο που τα κατάφερε, μπράβο που μόλις ανακάλυψε κάτι είτε για να σιγουρευτεί ότι αυτό που κάνει είναι ασφαλές (στο ελεύθερο παιχνίδι και κάθε παιχνίδι προέχει η ασφάλεια του παιδιού, σε περίπτωση κινδύνου λέμε στο μωράκι μας ότι αυτό δεν μπορεί να το κάνει και το ενθαρρύνουμε να επιλέξει άλλο τρόπο παιχνιδιού ή άλλο παιχνίδι). Μόνο αυτές τις «παρεμβάσεις» έχει ανάγκη το μικρό σας στην πραγματικότητα. Αντισταθείτε στον πειρασμό να το διακόψετε, να του μιλήσετε, ακόμα και να του πείτε «πολύ καλή προσπάθεια!», αν εκείνο δεν σας κοιτά αναμένοντας κάτι από εσάς, αν δηλαδή είναι αφοσιωμένο στο παιχνίδι του.

   Αν το σταματήσετε, σταματάτε τη διαδικασία της μάθησης που μόλις είχε αρχίσει. Το μωράκι σας δηλαδή δεν θα μάθει όσα θα μπορούσε να μάθει αν δεν το είχατε διακόψει. Θα μπαίνατε στη διαδικασία να διακόψετε έναν επιστήμονα λίγο πριν τη στιγμή της ανακάλυψης του; Έναν εφευρέτη που πειραματίζεται στην κατασκευή μιας πρωτοπόρας συσκευής; Φαντάζομαι, όχι! Γιατί λοιπόν να το κάνετε στο μωράκι σας, που αποτελεί ένα μικρό επιστήμονα;   Από την άλλη, αν του δείξετε εσείς ένα παιχνίδι που θεωρείτε πιο σημαντικό και εκείνο δεν συμφωνεί αλλά παρ’όλα αυτά επιμείνετε και το»αναγκάσετε» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να παίξει με το συγκεκριμένο παιχνίδι, το μωράκι σας δεν θα ασχοληθεί με σχολαστικότητα με αυτό το παιχνίδι. Τη σχολαστικότητα που έχει ο επιστήμονας που ενδιαφέρεται να μάθει αυτό το οποίο έχει επιλέξει να ψάξει, γιατί απλά το μωράκι σας, που είναι ένας μικρός επιστήμονας, δεν θα ενδιαφέρεται να μάθει. Η περιέργεια είναι αυθόρμητη πηγή μάθησης. Αν το μωράκι σας δεν έχει την περιέργεια να παρατηρήσει κάτι, δεν θα μάθει. Αφήστε λοιπόν την επιλογή σε εκείνο. Εκείνο ξέρει καλύτερα! Κι ας έρχεται αυτό σε αντίθεση με όλα όσα γνωρίζετε μέχρι τώρα για τα παιδιά. Τα παιδιά ξέρουν τι θέλουν να μάθουν, τι είναι έτοιμα να μάθουν και όχι εμείς!

Ελεύθερο-μη δομημένο παιχνίδι σημαίνει μάθηση για τα παιδιά. Το να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες για ελεύθερο παιχνίδι και τελικά να αφήσουμε τα παιδιά μας να παίζουν ελεύθερα στο σπίτι έχοντας εξασφαλίσει την ασφάλειά τους, αποδεικνύει το σεβασμό που τρέφουμε για το ρυθμό που αναπτύσσονται κινητικά, γνωστικά και συναισθηματικά. Εμπιστευόμενοι τα παιδιά μας τους χαρίζουμε τη σιγουριά που τόσο έχουν ανάγκη για την βέλτιστη ανάπτυξή τους και παράλληλα ενδυναμώνουμε τη μεταξύ μας σχέση κατανοώντας τη βασική τους ανάγκη για μάθηση της οποίας ηγείται το παιδί εφόσον εμείς έχουμε δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες.

  • Σεπτέμβριος, 6
  • 3036
  • Παιχνίδι
  • Περισσότερα

«Θα πάμε στη γιαγιά!»Μια απλή συνήθεια ή μια σταθερή βάση;

Ένα μωρό γεννιέται. Η εργαζόμενη μαμά μένει στο σπίτι μαζί του, όσο η δουλειά της το επιτρέπει. Μετά τι; Στη χώρα μας ευτυχώς ακόμα λειτουργεί μια θαυμάσια παράδοση. Η γιαγιά και ο παππούς θα «κρατήσουν» το μωράκι μέχρι να ξεκινήσει το σχολείο του (παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο). Τι σημαίνει αυτή η παράδοση για τη ζωή του παιδιού; Γιατί συνεχίζεται; Συνεχίζεται γιατί έτσι συνηθίζεται; Ή ο παππούς και η γιαγιά θα μπορούσαν να αποτελούν μια «σταθερή συναισθηματική βάση» για τα εγγόνια τους; Από τι εξαρτάται η απάντηση;

Οι γονείς, αν όχι οι μαμάδες έχουν το καθήκον να μεγαλώσουν τα παιδιά τους υπό δύσκολες, σκληρές συνθήκες. Συνθήκες που δεν είναι καθόλου φιλικές απέναντι στις οικογένειες. Οι εργαζόμενοι γονείς καλούνται να μεγαλώσουν παιδιά, χωρίς να τους το επιτρέπει το μοντέλο ζωής που ως ένα βαθμό τους επιβλήθηκε. Οι περισσότεροι λίγες αλλαγές μπορούν να κάνουν, ώστε να αναπροσαρμόσουν αυτό το μοντέλο βασιζόμενοι στις ανάγκες της οικογένειάς τους. Με άλλα λόγια, οι γονείς έχουν παιδιά αλλά δεν προλαβαίνουν να τα μεγαλώσουν. Ποτέ δεν ήταν τόσο δύσκολο όσο σήμερα να μεγαλώνεις τα παιδιά σου. Πάντα υπήρχαν άνθρωποι, που πρόσφεραν βοήθεια στο μεγάλωμα των παιδιών. Πάντα η οικογένεια είχε ή ανήκε σε μια «ευρύτερη οικογένεια», όπου τα μέλη της με τρόπο φυσικό κάλυπταν τις ανάγκες της μητέρας, που είχε μικρά παιδιά. Σήμερα όμως λίγες είναι αυτές που απολαμβάνουν τη βοήθεια της γιαγιάς και του παππού.

Η γιαγιά και ο παππούς δεν «κρατούν» το εγγόνι τους ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι. Η γιαγιά και ο παππούς μεγαλώνουν το εγγόνι τους. Κανένας γονιός δεν δίνει τα παιδιά του για φύλαξη. Ζητά βοήθεια στο μεγάλωμά τους. Ποια η διαφορά; Μεγαλώνω ένα παιδί σημαίνει αγαπάω, φροντίζω, δίνω προσοχή, αποδέχομαι το παιδί όπως είναι. Σημαίνει ανταποκρίνομαι στις ανάγκες του με τρόπο αυθεντικό. Είμαι δηλαδή σε θέση να διακρίνω τις δικές του από τις δικές μου ανάγκες, όντας πάντα σε επαφή με τον εαυτό μου. Σημαίνει ενδιαφέρομαι για την υγιή ανάπτυξη του παιδιού ως όλον. Αναγνωρίζω την ανάγκη του για τη δική μου συμβολή στην γνωστική, συναισθηματική και σωματική του ωρίμανση και μάλιστα χωρίς αυτά να προσπαθώ να τα διαχωρίσω. Σημαίνει ότι χτίζω μια σταθερά αναπτυσσόμενη σχέση εμπιστοσύνης η οποία αποτελεί τη βάση και τον οδηγό μου στο μεγάλωμα του παιδιού.

Αν η γιαγιά και ο παππούς κάνουν όλα αυτά τα σπουδαία, μόνο καλό μπορούν να προσφέρουν στη ζωή του εγγονιού τους σε μια περίοδο κρίσιμη για την ομαλή ανάπτυξή του. Σε μια περίοδο, που στην πραγματικότητα οι ανάγκες του παιδιού μπορούν να καλυφθούν μόνο ένας προς ένα. Κάτι που φυσικά κανείς δεν μπορεί να βρει σε ένα παιδικό σταθμό, όπου τα βρέφη αλλά και τα νήπια αναμένουν την προσοχή και την φροντίδα από το μη επαρκές προσωπικό σε σχέση με τον αριθμό τους. Όπου τα βρέφη και τα νήπια, έρευνες δείχνουν ότι πολύ συχνά στρεσάρονται λόγω της μη ανταπόκρισης στις ανάγκες τους. Ο παππούς και η γιαγιά λοιπόν αν μεγαλώνουν το εγγόνι τους βασιζόμενοι στη φροντίδα της σχέσης τους μαζί του (όπως περιγράφτηκε παραπάνω), προετοιμάζουν κατάλληλα το παιδί για τη μετάβασή του στο σχολείο με τις καλύτερες προοπτικές.

Ποιος θα καθορίσει λοιπόν αν το μεγάλωμα του παιδιού από τη γιαγιά και τον παππού είναι μια απλή συνήθεια ή μια σταθερή βάση; Το πλαίσιο. Οι άνθρωποι αποτελούν το πλαίσιο. Οι αντιλήψεις τους, οι προθέσεις τους, οι αποφάσεις και οι επιλογές τους και τα συναισθήματα που επενδύονται σε αυτές και τελικά οι πράξεις τους και τα συναισθήματα με τα οποία είναι φορτισμένες. Οι γονείς, η μαμά και ο μπαμπάς, ο παππούς και η γιαγιά. Όλα εξαρτώνται από αυτούς και τις επιλογές τους, από αυτούς και τις πράξεις τους, από αυτούς και τα συναισθήματά τους.

Τι κι αν η μαμά έχει αυθεντικά επιλέξει, γιατί με αυτό αισθάνεται άνετα, με αυτό είναι ο εαυτός της, να μεγαλώνει το παιδί της έχοντας στο επίκεντρο την ίδια τους τη σχέση, τι κι αν η ίδια- με αυτό που είναι- ανταποκρίνεται στις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού της φροντίζοντας έτσι την υγιή ανάπτυξή του, αν η γιαγιά και ο παππούς δεν το κατανοούν, δεν το συμμερίζονται, δεν μπορούν να ανταποκριθούν ή αν δεν έχουν προσφερθεί πηγαία για βοήθεια αλλά αναγκαστικά; Σε αυτή την περίπτωση το παιδί δεν βιώνει τα βαθιά θετικά συναισθήματα που θα μπορούσε να βιώνει στη σχέση του με τους παππούδες του, ούτε φυσικά απολαμβάνει τις θετικές συνέπειες που θα μπορούσε να έχει στην ανάπτυξή του το να κατανοούσαν τη σπουδαιότητα της ανταπόκρισης και της κάλυψης των αναγκών που ένα παιδί, το εγγόνι τους εκφράζει. Ούτε και οι παππούδες βιώνουν τα αντίστοιχα βαθιά θετικά συναισθήματα από τη σχέση με το εγγόνι τους, γιατί μια τέτοια σχέση είναι μια σχέση δύσκολη, μια σχέση που περισσότερο σε κουράζει, σε προβληματίζει.

Η βοήθεια από τη γιαγιά και τον παππού στο μεγάλωμα των παιδιών μπορεί να έχει συνέπειες ζωτικής σημασίας για τα παιδιά μόνο αν εκείνοι το επιλέξουν. Η συνειδητή επιλογή για την προσφορά βοήθειας είναι μια καλή αρχή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπολείπεται η βοήθεια που έγινε συνειδητή αφού πρώτα προσφέρθηκε. Η βαθιά κατανόηση των παππούδων της σημασίας του νέου ρόλου τους τόσο για τους ίδιους, όσο και για τα εγγόνια τους, η αποδοχή της νέας τους ταυτότητας και η απόλαυσή της είναι στοιχεία που καθορίζουν το ίδιο το μεγάλωμα των παιδιών. «Όσο πιο βαθιά κατανοώ το ρόλο μου ως γιαγιά που μεγαλώνει το εγγονάκι της, όσο πιο βαθιά έχω αποδεχτεί τη νέα μου ταυτότητα ως γιαγιά που μεγαλώνει το εγγονάκι της, τόσο πιο κοντά βρίσκομαι στο να θέλω και να μπορώ να κατανοήσω και να ανταποκριθώ στις συναισθηματικές ανάγκες του εγγονιού μου, τόσο πιο κοντά στο να μοιράζομαι με το εγγόνι μου βαθιά θετικά συναισθήματα, τόσο πιο κοντά σε μια σταθερή σχέση εμπιστοσύνης μαζί του, που όλα μαζί αποτελούν το κίνητρό μου για να συνεχίσω να το μεγαλώνω μένοντας πιστή στη σχέση μας παρ’ όλες τις δυσκολίες».

Ναι. Για κάποιους η βοήθεια της γιαγιάς και του παππού στο μεγάλωμα των παιδιών είναι απλά κάτι που συνηθίζεται. Δεν είναι όμως έτσι. Οι παππούδες αν αποδεχτούν το ρόλο τους ως παππούδες, μπορούν να παίξουν σπουδαίο ρόλο στη ζωή των εγγονιών τους. Ένα ρόλο που δεν αντικαθίσταται από κανέναν άλλο, αν πράγματι λειτουργούν με βάση το ρόλο τους. Η σχέση με τη γιαγιά και τον παππού που αποτελούν σταθερά πρόσωπα στη ζωή του παιδιού, όχι γιατί το βλέπουν αλλά γιατί επικοινωνούν, μπορεί να γίνει μια σχέση ζωής, μια σχέση πρότυπο για το παιδί, μια σχέση «εφόδιο», μια σχέση οδηγός, όπως είναι αυτή που τα παιδιά έχουν με τους γονείς τους.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο www.singleparent.gr

  • Οκτώβριος, 13
  • 2639
  • Είμαι Γονιός
  • Περισσότερα

Όταν η συναισθηματική έκφραση των παιδιών παραμερίζεται

«Μαμά, ο Γιώργος με χτύπησε!» Ο μικρός Ανδρέας πηγαίνει με βήμα γοργό στη μητέρα του. Κλαίει γοερά και είναι εμφανώς αναστατωμένος. Η μητέρα σηκώνεται και λέει: «Τι έπαθες;». Και ο Ανδρέας απαντά: «Με χτύπησε ο Γιώργος στο πόδι μου», ενώ συνεχίζει να κλαίει δυνατά. «Δεν πειράζει, ήταν πάνω στο παιχνίδι!», λέει η μαμά, μα ο Ανδρέας δεν ανακουφίζεται και δεν σταματά στιγμή να κλαίει. Έχει κοκκινίσει και κάτι δείχνει να περιμένει. Η μαμά του Γιώργου σηκώνεται και ρωτά τι συνέβη. Όμως η μητέρα του Ανδρέα την καθησυχάζει λέγοντας, ότι δεν συνέβη κάτι σπουδαίο. Ο Ανδρέας συνεχίζει να κλαίει στραμμένος στη μαμά του. Συνεχίζει να περιμένει κάτι. «Δεν έγινε τίποτα Ανδρέα μου, πήγαινε να συνεχίσεις το παιχνίδι». Ώσπου παρεμβαίνει κάποιος από την παρέα και με παιχνιδιάρικο τρόπο τραβά την προσοχή του Ανδρέα. Αρχικά δεν δείχνει να ανακουφίζεται γιατί το κλάμα συνεχίζεται, όμως εκείνος παίρνει το παιδί αγκαλιά και επιμένει να κάνει «παλαβωμάρες». Ο Ανδρέας σταματά να κλαίει και βάζει τα γέλια. Σύντομα είναι έτοιμος πάλι για παιχνίδι.

Τι είναι αυτό που περίμενε ο Ανδρέας από τη μαμά του; Τι τελικά έκανε τον Ανδρέα να συνεχίσει το παιχνίδι του; Τι μας κάνει να μην ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες ενός εμφανώς αναστατωμένου παιδιού;

Πράγματι ο Γιώργος χτύπησε τον Ανδρέα «πάνω στο παιχνίδι». Πράγματι ο Γιώργος δεν είχε κακή πρόθεση. Πράγματι το χτύπημα δεν ήταν σοβαρό. Όμως το χτύπημα στο πόδι του Γιώργου συνέβη. Τι έχει τελικά περισσότερο σημασία για το ίδιο το παιδί; Το αν συνέβη; Το πόσο αντικειμενικά σοβαρό, ήταν αυτό που συνέβη; Ή το πώς βίωσε το ίδιο το παιδί αυτό που συνέβη; Ως γονείς και μη δίνουμε σίγουρα σημασία στα δύο πρώτα. Ελέγχουμε τι συνέβη στην πραγματικότητα και έπειτα αξιολογούμε τη σπουδαιότητά του, για να είμαστε σίγουροι για τη σωματική ακεραιότητα του παιδιού. Ξεχνάμε όμως πολλές φορές το τρίτο. Ξεχνάμε να δώσουμε προσοχή, να αξιολογήσουμε, να κατανοήσουμε αυτό, που βίωσε το παιδί. Δίνουμε προσοχή στην «αντικειμενική» πραγματικότητα και λιγότερο σημασία στην «υποκειμενική» πραγματικότητα του παιδιού, στο βίωμά του μέσα από τα δικά του μάτια. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί ασχολούμαστε περισσότερο με τη σωματική ακεραιότητα των παιδιών στο παιχνίδι και πολύ πιο σπάνια με τη συναισθηματική τους;

Πιθανές λανθασμένες αντιλήψεις:

> «Όταν χτυπάμε «πάνω στο παιχνίδι» δεν έγινε και τίποτα». Η αλήθεια είναι, πως κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού μπορεί κάποιο παιδάκι να χτυπήσει από τυχαίους παράγοντες, από παράγοντες, που δεν σχετίζονται σε καμία περίπτωση με την πρόθεση κάποιου παιδιού να χτυπήσει κάποιο άλλο (φυσικά όχι πάντα). Ε και;! Μήπως αυτό σημαίνει, πως τελικά το παιδί δεν χτυπήθηκε; Σκεφτείτε, πώς θα αισθανόσασταν, αν σας χτυπούσαν στο γραφείο χωρίς πρόθεση, ενώ κάποιος μετακινούσε με δύναμη μια τροχήλατη συρταριέρα ακριβώς πάνω στο πόδι σας. Θα αισθανόσασταν για αρχή πόνο, πιθανά στη συνέχεια θυμό για την απροσεξία και σίγουρα κάτι θα περιμένατε από κάποιον. Τι είναι αυτό;

> «Η μητέρα του άλλου παιδιού θα παρεξηγηθεί». Φοβόμαστε ότι αν δώσουμε συνέχεια, θα φαίνεται σα να έχει γίνει μεγάλο θέμα και η μητέρα του άλλου παιδιού θα δυσαρεστηθεί. Αυτό δεν το θέλουμε. Είναι φίλη μου και δεν θέλω να αισθανθεί άσχημα. Αποφεύγω τις συγκρούσεις με ανθρώπους, που αγαπώ, γιατί φοβάμαι ότι θα τους χάσω. Δεν τη γνωρίζω και φοβάμαι μήπως έρθουμε σε αντιπαράθεση. Άλλωστε δεν είναι κομψό να τσακωνόμαστε για τα παιδιά. Τι θα πουν για μένα; Και άλλες τέτοιες δυσλειτουργικές σκέψεις, που δείχνουν ότι δυσκολευόμαστε να αυτορρυθμιστούμε, να ρυθμίσουμε δηλαδή δικές μας σκέψεις και συναισθήματα και που μας εμποδίζουν από το να ανταποκριθούμε στο κάλεσμα του παιδιού μας. Σκεφτείτε. Ακόμα κι αν για κάποιο λόγο, που δεν ξέρετε, η μητέρα του άλλου παιδιού δυσαρεστηθεί μαζί σας, θα έχει δίκιο; Θα έχει δίκιο να δυσαρεστείται από τη διάρκεια και τον τρόπο με τον οποίο έχετε επιλέξει να ασχοληθείτε με το παιδί σας; Τι σχέση έχει ο τρόπος που επικοινωνείτε με το παιδί σας με την άλλη μητέρα; Κι ακόμα αναρωτηθείτε: Ποια είναι η προτεραιότητά σας; Το παιδί σας, οι σκέψεις και τα συναισθήματα της άλλης μητέρας ή οι δικές σας σκέψεις και συναισθήματα για τις σκέψεις και τα συναισθήματα της άλλης μητέρας; Ποιου βίωμα έχει για εσάς σημασία εκείνη τη στιγμή; Το δικό σας, της άλλης μητέρας (για το οποίο φυσικά δεν μπορείτε να είστε σίγουρη αλλά και υπεύθυνη) ή του παιδιού σας;

> «Δεν δίνω πολλή σημασία στα κλάματα και τα παράπονα, γιατί αυτά δείχνουν αδυναμία».  Είναι κοινή μεταξύ γονέων η αντίληψη, ότι το κλάμα και τα συνεχή παράπονα, που εκφράζονται, όταν τα παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με δυσκολίες, στην προκείμενη περίπτωση μετά από το χτύπημα του Ανδρέα, αποτελούν ένδειξη αδυναμίας του παιδιού. Η αδυναμία δεν είναι αρεστή. Κάποιοι γονείς λοιπόν επιλέγουν να κάνουν το παιδί τους πιο δυνατό δείχνοντας αδιαφορία στο κλάμα και τα συνεχή παράπονα του παιδιού. «Έλα, μην κλαις τώρα! Δεν είπαμε ότι δεν κλαίμε; Πήγαινε συνέχισε το παιχνίδι σου! Σταμάτα να κλαις, τα άλλα παιδιά θα σε κοροϊδεύουν…». Με τα λόγια και τις πράξεις τους, απαγορεύουν στο παιδί να εκφράζει το συναίσθημά του, να εκφράσει μια ανάγκη του, ενώ παράλληλα του μαθαίνουν να ντρέπεται για αυτά, που αισθάνεται αλλά και για τον τρόπο, που τα εκφράζει.

Δείτε το κάπως έτσι: Πράγματι το παιδί, που παραπονιέται, το παιδί, που κλαίει εκφράζει μια αδυναμία. Την αδυναμία του να διαχειριστεί μια κατάσταση, τη συμπεριφορά κάποιου ή τη δική του, τα συναισθήματά του, τις σκέψεις του. Τι μαθαίνει ένας γονέας στο παιδί του, όταν δεν το αφήνει να εκφράσει την ανάγκη του, αναφέρθηκε παραπάνω. Εκείνος όμως, που θα προσέξει το παιδί του, θα το ακούσει, θα το κατανοήσει, θα το σεβαστεί, θα το αποδεχθεί και θα το νιώσει είναι αυτός, που στην πραγματικότητα με κάθε αφορμή χτίζει βήμα-βήμα μέσα σε μια σχέση εμπιστοσύνης τη συναισθηματική νοημοσύνη του παιδιού του. Είναι εκείνος, που θα του δώσει μέσω της ενσυναίσθησης (κατανοώ όσα μου λες, αισθάνομαι όσα αισθάνεσαι, έχεις δίκιο, σε ευχαριστώ που το μοιράστηκες μαζί μου, θα είμαι εδώ για σένα κάθε φορά) τα εφόδια, για να διαχειριστεί το παιδί την επόμενη φορά μια δυσκολία της ζωής, τη συμπεριφορά κάποιου, που το «προσβάλλει», τις σκέψεις και τα συναισθήματά του με τρόπο ιδανικό για εκείνο. Ποια άλλωστε είναι η κύρια πηγή μάθησης για το παιδί; Οι γονείς του.

Γιατί λοιπόν οι γονείς αποφεύγουν αυτή τους την ευθύνη; Γιατί έχουν κι εκείνοι μια δυσκολία να δουν, ότι τα δυσάρεστα συναισθήματα και η έκφρασή τους είναι κι αυτά καλά. Έχουν ένα πολύ καλό λόγο να υπάρχουν. Έχουν δυσκολία να έρθουν σε επαφή με αυτά, συνήθως αντιστέκονται ή αισθάνονται π.χ δυσφορία, που αισθάνονται δυσφορία. Πώς λοιπόν θα μπορέσει ένας γονέας να δει κάθε συναίσθημα, που εκφράζει το παιδί του, σαν κάτι καλό, όταν ο ίδιος δεν έχει καλή σχέση με τα δικά του συναισθήματα, δεν τα θεωρεί καλοδεχούμενα;

Ο μικρός Ανδρέας έτρεξε στη μαμά του για βοήθεια. Δεν ζητούσε τίποτα περισσότερο από αυτό, που θέλουμε όλοι στην καθημερινή μας επαφή με τους ανθρώπους σημαντικούς και μη για εμάς. Δεν ζητούσε τίποτε περισσότερο και φυσικά τίποτα λιγότερο από το να τον καταλάβει η μαμά του. «Μαμά, κατάλαβέ με! Αισθάνομαι πόνο! Κάποιος με χτύπησε και αυτό είναι κάτι, που δεν το ήθελα.Δεν θέλω να χτυπάω, δεν θέλω να με χτυπάνε, γιατί πονάω στο σώμα μου. Πονάω όμως και μέσα μου βαθιά. Νιώθω αδικημένος!Γιατί να συμβεί αυτό σε μένα! Ξέρω ότι δεν ήθελε να με χτυπήσει, όμως συνεχίζω να πονάω και μέσα και έξω! Ο Ανδρέας δεν είχε τα λόγια να εκφράσει αυτά που ένιωθε, ούτε τον τρόπο να τα διαχειριστεί. Με τη λογική καταλάβαινε ότι το άλλο παιδάκι δεν είχε πρόθεση να τον χτυπήσει. Η λογική του όμως δεν μπορούσε να καταλαγιάσει μέσα του τον πόνο, τη θλίψη, την αδικία που ένιωθε. Ο Ανδρέας δεν ήξερε τον τρόπο, να διαχειριστεί τα συναισθήματά του. Έψαχνε τη μητέρα του. Αναζήτησε βοήθεια μέσα στη σχέση με τον πιο σημαντικό άνθρωπο στη ζωή του. Αναζήτησε κατανόηση και αποδοχή μέσα σε μια σχέση άνευ όρων αγάπης. Αυτό άλλωστε δεν σημαίνει σχετίζομαι; Κατανοώ τον άλλο, την ύπαρξή του, την ουσία του και αυτό αποδέχομαι. Η αγκαλιά, που πήρε από το μέλος της παρέας, τον ανακούφισε. Φαίνεται ότι με κάποιο τρόπο εκείνος κατάφερε να συγχρονιστεί με την ανάγκη του παιδιού. Η αγκαλιά ήταν γι’αυτό η κατανόηση και η αποδοχή, που ζητούσε για να μπορέσει να συνεχίσει. Είναι όμως αρκετό;

Όχι. Τα παιδιά έχουν ανάγκη, για να αναπτύσσονται φυσιολογικά για εκείνα, να έχουν μια σταθερή σχέση εμπιστοσύνης με έναν τουλάχιστο γονέα, που θα φροντίζει να είναι συγχρονισμένος με τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού και θα τις καλύπτει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μητέρα πρόδωσε στα μάτια του παιδιού της τη σχέση εμπιστοσύνης που έχουν, γιατί δεν κατανόησε την ανάγκη που της εξέφραζε, την ανάγκη του να το βοηθήσει να ρυθμίσει τα συναισθήματά του, να επεξεργαστεί και να κατανοήσει την πραγματικότητα, που μόλις βίωσε (και να τη φέρει ίσως στις σωστές της διαστάσεις), την ανάγκη του να μάθει από αυτό που έγινε, ώστε αυτή η εμπειρία να λειτουργήσει θετικά για αυτό.

Καλωσορίστε λοιπόν κάθε συναίσθημα! Πείτε του σε ευχαριστώ που ήρθες! Θα μάθω από εσένα…Μην αντιστέκεστε!

  • Μάιος, 19
  • 2689
  • Είμαι Γονιός, Συναισθηματική Νοημοσύνη
  • Περισσότερα

Πώς να προετοιμάσω το παιδί μου να διαβάσει (βρέφη)

Νομίζετε πως η προετοιμασία για την ανάγνωση αρχίζει στο νηπιαγωγείο; Κι όμως η προετοιμασία αυτή αρχίζει από τη στιγμή της γέννησης, από τη στιγμή που ένα μωρό αρχίζει να μαθαίνει. Όχι, μαθαίνω ανάγνωση δεν σημαίνει μαθαίνω τα γράμματα, κάνω συλλαβές, διαβάζω λέξεις και προτάσεις. Η μάθηση της ανάγνωσης χαρακτηρίζεται από μια φυσική ροή, μια φυσική συνέχεια, η αρχή της οποίας είναι η αρχή της ζωής. Μιλώντας στο μωρό σας, παίζοντας μαζί του, φροντίζοντάς το κι όλα αυτά σε κάθε ευκαιρία το βοηθάτε να αναπτύξει τον προφορικό του λόγο. Η ανάπτυξη του προφορικού λόγου και όχι μόνο είναι αναγκαία για να γίνει το μωρό σας μετά από μερικά χρόνια ένας καλός αναγνώστης. Τι μπορείτε να κάνετε λοιπόν;

> Πάρτε το αγκαλιά μαζί με ένα βιβλίο. Η αγκαλιά σας και ο ήχος της φωνής σας είναι ήδη δύο από τα αγαπημένα πράγματα στη ζωή του μωρού σας. Στην αγκαλιά σας νιώθει ασφάλεια, ενώ ο ήχος της φωνής σας το ηρεμεί ή και το κινητοποιεί. Όταν διαβάζετε λοιπόν μαζί, το μωρό σας μαθαίνει, πως αυτή η διαδικασία το χαλαρώνει και το ευχαριστεί, γιατί πολύ απλά συνδέει τα συναισθήματα, που έτσι κι αλλιώς αισθάνεται, όταν είναι στην αγκαλιά σας, με την ανάγνωση ενός βιβλίου. Κάθε φορά λοιπόν που θα διαβάζετε αγκαλιά ή μαζί εκείνο θα το απολαμβάνει γιατί έτσι κι αλλιώς θα πέρναγε όμορφα στη ζεστή σας αγκαλιά ή απλά μαζί σας. Με τον τρόπο αυτό το μωρό σας παίρνει ένα πολύ καλό μήνυμα: Κάθε φορά που διαβάζω, αισθάνομαι όμορφα, ηρεμώ, μαθαίνω, διασκεδάζω. Μην ξεχνάτε όμως! Διασκεδάστε κι εσείς με αυτή τη διαδικασία. Αν εσείς δεν απολαμβάνετε το διάβασμα μαζί του, αν το κάνετε επειδή πρέπει ή ακόμα χειρότερα προσπαθείτε να του το επιβάλλετε, θα έχετε τα αντίθετα αποτελέσματα. Ένα μωρό που δυσφορεί, που γκρινιάζει, που σας δείχνει πως δεν θέλει να περάσετε έτσι τον κοινό σας χρόνο.

> Επιλέξτε τα κατάλληλα βιβλία. Το μωρό σας θα δει, θα προσέξει και τελικά θα πάρει στα χέρια του βιβλία με έντονα και όχι απαλά χρώματα, ξεκάθαρα σχέδια και μορφές, βιβλία με ήχους και φωνές ζώων, βιβλία με ζώα στη φυσική τους μορφή, βιβλία με πράγματα από την καθημερινότητά του κ.α. Προτιμήστε «μαλακά» βιβλία από ύφασμα ή πλαστικό ( μπορεί να τα παίρνει μαζί του στο μπάνιο ή τη θάλασσα), βιβλία με διαφορετικές υφές αλλά και βιβλία με σελίδες από σκληρό χαρτόνι, που δεν σκίζονται και το μωράκι σας θα μπορεί σταδιακά να πιάνει και να τις γυρίζει.

> Βάλτε τα βιβλία σε μέρος προσβάσιμο για το μωρό σας. Συμπεριφερθείτε στα βιβλία του παιδιού σας, όπως και στα παιχνίδια του. Βάλτε τα μαζί με τα παιχνίδια του και όχι ψηλά στα ράφια της βιβλιοθήκης. Αν και τα παιχνίδια τα βάζετε ψηλά, ξανασκεφτείτε το. Τα παιχνίδια και τα βιβλία είναι ανάγκη να βρίσκονται χαμηλά. Σε ράφια χαμηλά ειδικά σχεδιασμένα, για να εξυπηρετούν τις ανάγκες του μωρού σας (ελεύθερη σωματική, συναισθηματική, γνωστική) και όχι τις δικές σας, που μπορεί να θέλετε ένα δωμάτιο τακτοποιημένο συνεχώς. Βάλτε τα αραδιασμένα, δίπλα στο παιχνιδόκουτο του παιδιού σας. Βάλτε τα, όπου μέσα στο σπίτι το μωρό σας, που τώρα κάθεται στον ποπό του, μπουσουλά, στέκεται στα δυο του πόδια ή αρχίζει να περπατά, έχει εύκολη αλλά και ασφαλή πρόσβαση. Μην περιμένετε να αναπτύξει μόνο του την πρωτοβουλία να ανοίξει ένα βιβλίο και να σας προτείνει το διάβασμά του ή να το «διαβάσει» μόνο του, αν δεν μπορεί εύκολα και αυθόρμητα να το πιάσει μόνο του.

> Μιλήστε μαζί του συνεχώς. Μιλήστε σα να περιμένετε απάντηση. Εξηγήστε του τα πάντα είτε παίζετε είτε του δίνετε το φαγητό του είτε του αλλάζετε πάνα είτε κάνετε μαζί τις δουλειές του σπιτιού. Περιγράψτε κάθε κίνησή σας, τι θέλετε να κάνετε, τι κάνετε τώρα, τι έπεται, τι θέλετε να κάνει εκείνο, τι κάνει τώρα εκείνο, πώς αισθάνεται τώρα ή πριν. Μιλήστε αργά και καθαρά (ολόκληρες λέξεις). Παίξτε με τη φωνή σας. Το μωρό σας θα προσέχει περισσότερο τι λέτε. Μιλήστε, μιλήστε, μιλήστε. Με την επανάληψη θα αρχίσει να συνδέει συμπεριφορές, πράξεις, καταστάσεις, ανθρώπους, συναισθήματα με συγκεκριμένες λέξεις. Πρώτα θα συνειδητοποιήσει ότι χρησιμοποιούμε τη γλώσσα, το λόγο, για να επικοινωνήσουμε, να εκφράσουμε αυτό που σκεφτόμαστε, αυτό που αισθανόμαστε, αυτό που επιθυμούμε κι έπειτα θα αρχίσει να σας καταλαβαίνει, να αναγνωρίζει λέξεις, να μιλά. Η κατάκτηση του προφορικού λόγου είναι το πρώτο βήμα για την κατάκτηση του γραπτού, δηλαδή της ανάγνωσης και της γραφής.

> Ενθαρρύνετε τις προσπάθειες του μωρού σας να μιλήσει. Τα ψελλίσματα, τα γουργουρίσματα ή επανάληψη φθόγγων και συλλαβών είναι η προσπάθεια του μωρού σας να μιλήσει, να επικοινωνήσει μαζί σας. Απαντήστε του με τον ίδιο τρόπο. Ενθαρρύνετε όποιες προσπάθειές του να σας μιμηθεί. Δείξτε τη χαρά σας και τον ενθουσιασμό σας. Όσο πιο πολύ εξασκείται τόσο πιο καθαροί ήχοι θα βγαίνουν από το στοματάκι του και σιγά σιγά θα παίρνουν και κάποιο νόημα. Παίξτε μαζί του με τους ήχους. Κάντε κι εσείς ήχους με νόημα ή και χωρίς. Πώς κάνει η κοτούλα, ο γάιδαρος, το παπάκι, το τρένο, η καμπάνα. Θα ξετρελαθείτε βλέποντάς το να το απολαμβάνει.

> Τραγουδήστε, ακούστε μαζί τραγούδια! Ανατρέξτε στην προσωπική σας «βιβλιοθήκη» παιδικών ή και άλλων τραγουδιών. Ψάξτε για νέα ακούσματα. Τραγουδήστε δυνατά και με ενθουσιασμό, γλυκά και μελωδικά, παίξτε με τη φωνή σας. Βάλτε όλο σας το σώμα στο τραγούδι. Αν το μωρό σας ηρεμεί με το τραγούδι και σας ακούει προσεκτικά, είστε σε πολύ καλό δρόμο. Δώστε σημασία στις δικές του προτιμήσεις, γιατί θα αποκτήσει τέτοιες.

> Βοηθήστε το να γυμνάσει τους μύες των χεριών του. Μην τρέχετε να δώσετε στο μωρό σας ότι του πέφτει. Δώστε τη δυνατότητα στο μωρό σας να πιάσει μόνο του τα βιβλία και τα παιχνίδια του, τα ρούχα του και οτιδήποτε με το οποίο έρχεται σε επαφή. Ενθαρρύνετέ το να σας δείχνει με το δάχτυλο π.χ τα ζωάκια που βλέπετε μαζί στο βιβλίο του. «Πού είναι η αγελάδα;». Μόνο έτσι θα δυναμώσουν οι μυς των χεριών του και θα αποκτήσουν δεξιότητες, όπως το γύρισμα των σελίδων ενός βιβλίου.

> Κάντε το διάβασμα ρουτίνα. Οι μαμάδες γνωρίζουν, ότι η εφαρμογή ενός προγράμματος, μιας ρουτίνας κρατά τα μωρά τους ήρεμα. Μετά από λίγο καιρό εφαρμογής ενός προγράμματος τα μωρά γνωρίζουν τι έπεται, τι θα συμβεί μετά. Η ικανότητα της πρόβλεψης και η επιβεβαίωσή της σε καθετί στη ζωή του μωρού σας είναι που το κρατά ήρεμο. Βάλτε και το διάβασμα σε πρόγραμμα. Η ρουτίνα θα τους γίνει ανάγκη (αν φυσικά είναι μια ρουτίνα, που τα κάνει να αισθάνονται καλά). Χρησιμοποιήστε αρχικά συγκεκριμένη ρουτίνα: Διαβάζουμε μετά το δεκατιανό ή μετά το μπάνιο ή πριν τον ύπνο. Επιλέξτε μια ρουτίνα που να σας ταιριάζει. Πολύ γρήγορα τα βιβλία θα έχουν μπει στην καθημερινότητά του και θα επιλέγει το ίδιο πότε θα τα αναζητά.

Στόχος σας είναι να κάνετε το μωρό σας να αγαπήσει το διάβασμα. Πράγμα πολύ εύκολο, αν εσείς καλλιεργήσετε εκείνες τις συνθήκες που θα προωθούν στο μωρό σας θετικά συναισθήματα σχετικά με την ανάγνωση βιβλίων. Αν παρατηρήσετε ότι δυσανασχετεί συστηματικά σταματήστε και αναρωτηθείτε τι πήγε στραβά. Μήπως διαβάζατε περισσότερη ώρα από αυτή, που προς το παρόν αντέχει; Διαβάστε λιγότερη ώρα. Μήπως τα βιβλία που επιλέξατε δεν του κρατούν την προσοχή, γιατί δεν του αρέσουν; Μην επιμένετε σε κάτι, που δεν του αρέσει, θα χάσετε. Επενδύστε σε βιβλία με ήχους. Μήπως δεν είστε αρκετά διασκεδαστική/ός. Μήπως κι εσείς δεν θα περνάγατε καλά με τον εαυτό σας; Πώς αισθάνεστε; Έχετε το δικό σας συναίσθημα οδηγό αλλά και του παιδιού σας, για να αποφασίζετε κάθε φορά, τι θα κάνετε, όταν κάτι σας προβληματίζει.

Καλές αναγνώσεις!

  • Μάρτιος, 3
  • 2374
  • Ανάγνωση, Μάθηση
  • Περισσότερα

Γιατί να διαβάσω μαμά; Μέρος 2ο

Τι μπορείτε να κάνετε για να αυξήσετε το κίνητρο για μάθηση στο παιδί σας ή για να το διατηρήσετε κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης και κουραστικής σχολικής χρονιάς;

> Αναρωτηθείτε αν του δείχνετε ότι το αγαπάτε, ότι κι αν γίνει. Άραγε τι πιστεύουν τα παιδιά σας ότι θα συμβεί, αν κάτι πάει στραβά, αν κάνουν κάποιο λάθος, αν δεν συμπεριφερθούν σωστά; Μήπως ότι δεν θα τα αγαπάτε, γιατί δεν είναι «καλά παιδιά»; Θυμάστε, αν ποτέ έχετε πει στο παιδί σας, είσαι φρόνιμος, γι’ αυτό σ’ αγαπάω, φάε το φαγητό σου, γιατί αλλιώς δεν θα σε αγαπάω, τι χαρούμενο παιδί που είσαι, τι καλό παιδί είσαι, γι’ αυτό σ’ αγαπάω και άλλα τέτοια; Ποιο μήνυμα παίρνουν τα παιδιά; Με αγαπάει γιατί είμαι φρόνιμος, με αγαπάει γιατί τρώω όλο το φαγητό μου, χαίρομαι, άρα είμαι καλό παιδί και γι’ αυτό με αγαπάνε. Από την άλλη, όταν οριοθετείτε τα παιδιά σας και εκείνα κάποιες φορές έχουν δυσάρεστα συναισθήματα, ξέρουν ότι εσείς συνεχίζετε να τα αγαπάτε, τους το έχετε πει ποτέ; Αν το παιδί σας γυρίσει στο σπίτι με έναν κακό βαθμό, ξέρει ότι εσείς παρ’ όλα αυτά το αγαπάτε ότι κι αν έγινε, ότι κι αν σας πει; Ελέγξτε το.

Η αγάπη που συνδέεται με τις πράξεις, με τη συμπεριφορά του παιδιού, με αυτό που επιλέγει κάθε φορά να κάνει αλλά και με τα αποτελέσματά της ( αν είναι θετικά ή αρνητικά), δεν είναι αγάπη αυθεντική. Αυθεντική αγάπη είναι η αγάπη άνευ όρων, η ανεμπόδιστη αγάπη (θα σ’αγαπώ ότι κι αν γίνει). Τέτοια αγάπη έχει ανάγκη ένα παιδί από τους γονείς του, για να θεωρεί τον εαυτό του άξιο να αγαπηθεί, άρα άξιο γενικότερα. Αν εσείς το αγαπάτε αυθεντικά, θα αφήσει ελεύθερη τη φυσική ανάγκη που έχει για μάθηση, γιατί θα ξέρει ότι είναι άξιο, ότι  μπορεί. Θα ξέρει όμως και ότι αν πάει κάτι στραβά (κουραστεί ή πάρει ένα κακό βαθμό), αυτό δεν σημαίνει, ότι δεν αξίζει, γιατί εσείς συνεχίζετε να το αγαπάτε ότι κι αν έγινε, ότι κι αν γίνει. Αγαπιέμαι, άρα αξίζω. Πήρα κακό βαθμό, όμως δεν τα παρατάω, γιατί αξίζω. Συνεχίζω. Αλλά και: Έκανα λάθος. Και τι έγινε; Εγώ ξέρω ότι αξίζω. Δεν θα τα βάψω μαύρα. Συνεχίζω. Φανταστείτε την αυθεντική αγάπη, την ανεμπόδιστη, την άνευ όρων αγάπη σαν την πιο γερή βάση για να εκφραστεί ελεύθερα η φυσική ανάγκη του ανθρώπου για μάθηση αλλά και σαν κάτι πολύ παραπάνω από ένα μπαστούνι που σε βοηθά να ξεπεράσεις τα εμπόδια, που σε καλούν να σταματήσεις να προσπαθείς, όταν αυτά έρθουν.

> Αναρωτηθείτε αν δείχνετε στο παιδί σας ότι το αποδέχεστε πλήρως. Σε αποδέχομαι όπως είσαι και όχι μόνο ένα κομμάτι σου, αυτό που μου αρέσει. Αποδέχομαι σε εσένα, ότι με κάνει χαρούμενο, με συγκινεί, με ενθουσιάζει αλλά και ότι με εκνευρίζει, με θυμώνει, με βγάζει από τα ρούχα μου, γιατί είναι δικά σου, γιατί είσαι εσύ, γιατί σε αγαπάω. Πώς είναι αυτή η αίσθηση της πλήρους αποδοχής; Τα αρνητικά συναισθήματα καταφέρνω να τα μετριάσω, να τα κάνω να καταλαγιάσουν μέσα μου, γιατί σε αγαπάω. Μπορεί να μην μπορώ να καταλάβω τη συμπεριφορά σου κάποιες φορές, να μην την αποδέχομαι κάποιες φορές, όμως εσένα σε αποδέχομαι πλήρως, σε αποδέχομαι πάντα. Διαχωρίστε λοιπόν τη συμπεριφορά του παιδιού σας από το ίδιο το παιδί σας και αποδεχτείτε το. Επιπλέον, αναρωτηθείτε; Αυτές τις φορές, που δεν αποδέχεστε τη συμπεριφορά του, που θα θέλατε να κάνει κάτι διαφορετικό, είναι σίγουρο ότι πρόκειται για μια μη αποδεκτή συμπεριφορά γενικά ή για μία μη αποδεκτή συμπεριφορά για εσάς; Και με αυτό τον τρόπο περνάμε στο σεβασμό των επιλογών του παιδιού μας.

> Αναρωτηθείτε αν σέβεστε τις επιλογές του παιδιού σας. Βέβαια ο σεβασμός των επιλογών δεν έχει καμία ουσία, αν δεν αφήνετε το παιδί σας να κάνει επιλογές από πολύ μικρή ηλικία. Αφήστε το παιδί σας να επιλέξει, αφήστε το να κάνει λάθη, αφήστε το να υποστεί τις συνέπειες, με εσάς φυσικά στο πλευρό και και με καμιά διάθεση εκδίκησης (αξεπέραστο όριο είναι φυσικά η ασφάλεια του παιδιού, συναισθηματική και σωματική). Γιατί όλα αυτά; Γιατί κάθε φορά που το παιδί επιλέγει και εσείς το σέβεστε δεν εκπαιδεύεται μόνο στο πώς θα κάνει ιδανικότερες για το ίδιο επιλογές (αφού το αφήσετε να υποστεί και τις όποιες συνέπειες) αλλά και αθροίζεται μέσα του η πεποίθηση της ικανότητας, της ανεξαρτησίας, η πεποίθηση ότι μπορώ να σταθώ στα πόδια μου, μπορώ να τα καταφέρω. Είμαι ικανός! Φανταστείτε πόσο πολύ μπορεί να βοηθήσει αυτό στη μάθηση!

> Αναρωτηθείτε αν του δείχνετε τη φροντίδα και την προσοχή που έχει ανάγκη. Κάθε παιδί, σε κάθε ηλικία για να αισθάνεται καλά έχει ανάγκη από μαμά και μπαμπά. Έχει ανάγκη να το φροντίζετε και να το προσέχετε. Φυσικά, σε κάθε ηλικία οι ανάγκες αυτές αλλάζουν και μετασχηματίζονται. Δεν θα φροντίσετε με τον ίδιο τρόπο, δεν θα προσέξετε με τον ίδιο τρόπο, δεν θα περάσετε χρόνο μαζί με τον ίδιο τρόπο, όταν έχετε ένα παιδί 6 ετών και έναν έφηβο. Και τα δύο παιδιά όμως το έχουν ανάγκη. Αν από την άλλη αντιστέκονται στις φροντίδες σας, αναρωτηθείτε για το είδος και τον τρόπο που τις δείχνετε. Γιατί όλα αυτά; Γιατί τα παιδιά έτσι αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους. Τους δείχνετε απλόχερα την αγάπη σας για ακόμα μία φορά. Πιστεύουν ότι την αξίζουν. Αξίζω, άρα μπορώ. Και πάλι η ανάγκη τους να μαθαίνουν εκφράζεται ανεμπόδιστα και επειδή αισθάνονται άξια και ικανά δεν τα παρατούν, συνεχίζουν να θέλουν να μαθαίνουν.

> Αναρωτηθείτε για το είδος των ορίων που θέτετε στα παιδιά σας. Όλα τα παιδιά έχουν ανάγκη από όρια, αυτά είναι που τους παρέχουν την αίσθηση ασφάλειας που χρειάζονται. Αυτά είναι που τα οδηγούν, τους δείχνουν το δρόμο. Σκεφτείτε όμως. Πώς θα είστε σίγουροι ότι τους δείχνετε το σωστό δρόμο; Τα όρια αλλάζουν με την ηλικία και την ωριμότητα του κάθε παιδιού. Βασίζονται στις ιδιαίτερες κάθε φορά ανάγκες τους, που εξαρτώνται είτε από εσωτερικούς παράγοντες (συναισθηματική, γνωστική, σωματική ωριμότητα) είτε από εξωτερικούς παράγοντες (γεγονότα στη ζωή του παιδιού). Δεν βασίζονται σε καμία περίπτωση στις δικές μας ανάγκες, επιθυμίες και αντιλήψεις. Η ασφάλεια του παιδιού και η ανεμπόδιστη προσωπική του ανάπτυξη (σωματική, γνωστική, συναισθηματική, κοινωνική) είναι ο δικός σας οδηγός, όταν προσπαθείτε να οριοθετήσετε.Τα σταθερά και συνεπή όρια σε κάθε ηλικία αποτελούν το τελευταίο κομμάτι του παζλ που λέγεται «καλύπτω τις βασικές συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού μου», ώστε να θέλει και να μπορεί να μαθαίνει και να συνεχίζει να μαθαίνει ακόμα και όταν έρχονται δυσκολίες, κούραση, μη αναμενόμενος βαθμός, όχι ενθαρρυντικά σχόλια από το δάσκαλο κ.α. Αγαπήστε, αποδεχτείτε, φροντίστε, δώστε προσοχή, σεβαστείτε, οριοθετήστε πάντα με συνέπεια και σταθερότητα, για να έχετε παιδιά χαρούμενα, παιδιά ευχαριστημένα, παιδιά που θα πιστεύουν στον εαυτό τους και στις δυνατότητές τους.

Επιπλέον αναρωτηθείτε για τα παρακάτω:

> Λέω στα παιδιά μου μπράβο τα κατάφερες, μπράβο ήταν πολύ σκληρή η δουλειά, μπράβο για την υπομονή και την επιμονή;

> «Χτίζω» στα δυνατά σημεία του παιδιού μου ή στα αδύναμα; Τονίζω τα αρνητικά ή τα θετικά; Πού δίνω περισσότερη προσοχή;

> Έχω δείξει στο παιδί μου τη σχέση που μπορεί να έχουν τα εξωσχολικά ενδιαφέροντά του με τη μελέτη του για το σχολείο;

> Είμαι πρότυπο δουλειάς με υπομονή, επιμονή και οργάνωση για το παιδί μου; Του το έχω δείξει;

> Μήπως μπαίνω στη διαδικασία της σύγκρισης του παιδιού με άλλα παιδιά; Τι μηνύματα του στέλνω; Μήπως το κάνω να μην συγκεντρώνεται στις δικές του δυνάμεις και δυνατότητες;

Διατηρείστε λοιπόν στο σπίτι ένα ζεστό οικογενειακό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο το παιδί σας θα αγαπιέται ανεμπόδιστα, άνευ όρων, θα είναι πλήρως αποδεκτό, θα παίρνει τη φροντίδα και την προσοχή που έχει ανάγκη, θα γίνονται σεβαστές οι επιλογές του, θα οριοθετείται με βάση τις ανάγκες της ηλικίας του και της ωριμότητάς του και όλα αυτά σταθερά και με συνέπεια, από δυο γονείς δυνατούς αλλά και ευχαριστημένους από τη ζωή τους. Αυτές είναι οι πραγματικές ανάγκες ενός παιδιού (βασικές συναισθηματικές ανάγκες), οι οποίες αν καλύπτονται από τους γονείς του, όπως αυτοί περιγράφηκαν παραπάνω, εκείνο θα έχει την φυσική ανάγκη να μάθει, γιατί θα αισθάνεται αρκετά ασφαλές, αρκετά σίγουρο για τον εαυτό του, για να θέλει και να ξέρει ότι μπορεί να ερευνήσει και να εξερευνήσει τον κόσμο. Θα θέλει να δει, να ακούσει, να γευτεί, να μυρίσει, να ταξιδέψει, να παίξει, να κάνει φίλους, να επικοινωνήσει, να διαβάσει, να δοκιμάσει, να ρισκάρει, να ανακαλύψει, να αγαπήσει, να αγωνιστεί, να ζήσει, άρα να μάθει.

  • Μάρτιος, 2
  • 1721
  • Μάθηση, Σχολείο, Χωρίς κατηγορία
  • Περισσότερα

Γιατί να διαβάσω μαμά; Μέρος 1ο

«Που πήγε η όρεξή σου παιδί μου;», λένε πολλοί γονείς στα παιδιά τους και οι αντίστοιχοι δάσκαλοι στους μαθητές τους. «Θυμάσαι πώς ξεκίνησες το Σεπτέμβρη;», συνεχίζουν και απορούν, πώς είναι δυνατό να χάνεται τόσο εύκολα το κίνητρο ενός παιδιού για μάθηση. «Χαιρόσουν με όλα τότε! Με την καινούργια σου τσάντα, τα καινούργια σου τετράδια… Περίμενες πότε θα έρθει η ώρα να τα χρησιμοποιήσεις! Κι όταν αρχίσατε, θυμάσαι πόσο σωστός με το πρόγραμμα ήθελες να είσαι; Γύρναγες απ’ το σχολείο, έτρωγες και πήγαινες κατευθείαν για διάβασμα, για να μπορείς να παίξεις μετά. Πού πήγαν όλα αυτά;».

Οι γονείς αναρωτιούνται πού πήγε το χαμένο κίνητρο των παιδιών τους, κάπου στη μέση της χρονιάς και αρχίζουν να «τάζουν» πράγματα για να τα κινητοποιήσουν ή ακόμα χειρότερα να τα φωνάζουν και να τα απειλούν. Οι δάσκαλοι όμως ξέρουν ότι το εσωτερικό κίνητρο των παιδιών είναι το πιο αποτελεσματικό. Η χαρά που μου δίνει, το να μαθαίνω, είναι πιο αποδοτικό και με μεγαλύτερη διάρκεια κίνητρο. Η χαρά της μάθησης, να χαίρομαι που μαθαίνω είναι ένα κίνητρο, που είναι πιο σίγουρο ότι θα βοηθήσει το παιδί να συνεχίσει ακόμα κι αν κουράστηκε, από την υπόσχεση για ένα καινούργιο ποδήλατο (εξωτερικό κίνητρο).

Το να βοηθήσεις ένα παιδί να βρει τη χαρά της μάθησης είναι πράγμα πολύ πιο δύσκολο, από το να τάξεις στο παιδί ένα παιχνίδι ή να αφαιρέσεις ένα παιχνίδι ή να κόψεις την τηλεόραση τα σαββατοκύριακα. Ή μήπως όχι;

Ποιες είναι οι δυσκολίες;

> Ο φόβος της αποτυχίας. «Άραγε, αν κάνω λάθος, θα έχω αποτύχει; Αν δεν γράψω καλά στο διαγώνισμα, θα έχω αποτύχει; Αν δεν πάρω τους βαθμούς, που περίμενα; Αν δεν κάνω τους γονείς μου χαρούμενους; Ναι, θα έχω αποτύχει. Θα είμαι ένας αποτυχημένος χαζός!  Και οι γονείς βάζουν το χέρι τους στην ανατροφοδότηση των παραπάνω δυσλειτουργικών σκέψεων: Διάβασε παραπάνω, λοιπόν! Πρέπει να είσαι καλός, πρέπει να είσαι διαβασμένος, πρέπει να είσαι σωστός, δεν πρέπει να κάνεις λάθη και ένα να κάνεις, αυτό σημαίνει πως θα μπορούσες να διαβάσεις περισσότερο, πάντα υπάρχει λόγος για λίγο περισσότερο διάβασμα, δεν βλάπτει το περισσότερο αλλά το λιγότερο, διάβασες τα μαθήματά σου τέλεια;». Και, όταν έρθουν οι καλοί βαθμοί, « μπράβο σου, τώρα είσαι σωστός, τώρα είσαι καλός»  ή ακόμα χειρότερα, «ωραία, αυτό άλλωστε θα έπρεπε να κάνεις, να διαβάζεις, για να παίρνεις καλούς βαθμούς», » η δουλειά των παιδιών αυτή ακριβώς είναι, να πηγαίνουν σχολείο και να είναι τυπικά στις υποχρεώσεις τους και οι μεγάλοι να πηγαίνουν στη δική τους δουλειά, για να φέρνουν λεφτά στο σπίτι για την οικογένεια». Επιπλέον άσχετα από το σχολείο τροφοδοτούν τη δημιουργία δυσλειτουργικών σκέψεων λέγοντας για παράδειγμα: «Τι κάνεις εκεί; Δεν το κάνεις καλά! Δώσε το σε μένα! Έλα, δεν είναι δύσκολο, θα το κάνω εγώ. Πρόσεχε, πρόσεχε, πρόσεχε παιδί μου. Κοίτα πως έγινες! Καλά δεν προσέχεις καθόλου; Τι σου είχα πει; Όχι, όχι, όχι μην το αγγίζεις αυτό, θα το χαλάσεις! Γιατί δεν προσπαθείς; Δεν είσαι καθόλου υπομονετικός! Άχρηστος είσαι, δεν πιάνουν καθόλου τα χέρια σου! Αυτό γίνεται έτσι… Καλά πώς σου είπα εγώ να το κάνεις; Άλλαξέ το! Πώς αισθάνεστε; Μήπως αγχωθήκατε;

> Η έλλειψη προκλήσεων βασισμένων στις ανάγκες του παιδιού. Το διάβασμα στο σπίτι αλλά και η ίδια η μαθησιακή διαδικασία στο σχολείο μπορεί να κάνει το παιδί να βαρεθεί. Ένα παιδί χαρισματικό θα βαρεθεί, γιατί ότι διδάσκεται το γνωρίζει ήδη ή του φαίνεται πολύ απλό ή αυτονόητο, ενώ ένα παιδί που έχει μείνει πίσω σε σχέση με τους συμμαθητές του, θα βαρεθεί γιατί δεν μπορεί να παρακολουθήσει την πορεία του μαθήματος.

> Η έλλειψη νοήματος. Πολλές είναι οι φορές που οι μαθητές δεν βρίσκουν κανένα νόημα σε αυτό που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν. Δίνουν νόημα στο διάλειμμα και το παιχνίδι ή την παρέα με τους φίλους τους, αλλά όχι στο ίδιο το μάθημα. Αυτό συμβαίνει γιατί το παιχνίδι και οι φίλοι τους καλύπτουν την ανάγκη για χαρά και μάθηση, ενώ το μάθημα ή το διάβασμα όχι.  Η μάθηση και η χαρά πρέπει να πηγαίνουν μαζί. Δεν μπορούν να καταλάβουν για ποιο λόγο να διαβάζουν, να γράφουν, να υπολογίζουν, αφού δεν περνάνε καλά. Τα παιδιά μαθαίνουν «εύκολα», μαθαίνουν γιατί έχουν την ανάγκη να μάθουν, μέσα από το βίωμα, μαθαίνουν ζώντας, μαθαίνουν παίζοντας, μαθαίνουν, όταν βρίσκουν αυτό, που κάποιος προσπαθεί να τους μάθει, μέσα στην ζωή τους, μαθαίνουν όταν αυτό που κάνουν τους δίνει για κάποιο λόγο χαρά ( μου αρέσει να ακούω και να συνεργάζομαι με το δάσκαλό μου, μου αρέσει που κάνουμε ομάδες στην τάξη και προσπαθούμε συνεργαζόμενοι να νικήσουμε την άλλη ομάδα, μου αρέσει να μελετάμε γεωγραφία γιατί με κάνει να ταξιδεύω σε άλλους τόπους που θα ήθελα να γνωρίσω κ.α).

> Τα προβλήματα σε επίπεδο συναισθήματος. Παιδιά με συναισθηματικά προβλήματα, παιδιά με άγχος ή κατάθλιψη, παιδιά που δεν καλύπτονται οι βασικές συναισθηματικές τους ανάγκες, αντιμετωπίζουν προβλήματα στην παρακολούθηση του μαθήματος αλλά και στο διάβασμα στο σπίτι. Παιδιά με συναισθηματικά προβλήματα χάνουν εύκολα την προσοχή τους ή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν εύκολα. Το αποτέλεσμα είναι να χάνουν από το μάθημα, να μην μπορούν να παρακολουθήσουν και να συμμετέχουν ενεργά ή έστω παθητικά, όπως οι συμμαθητές τους χωρίς τέτοια προβλήματα. Οι συνέπειες της διάσπασης προσοχής κατά τη διάρκεια του μαθήματος, φαίνονται και στο σπίτι όταν τα παιδιά προσπαθούν να διαβάσουν ή να κάνουν τις εργασίες τους και τους φαίνονται όλα καινούργια. Το πρόβλημα στο σπίτι εντείνεται και από τη δυσκολία συγκέντρωσης που έτσι κι αλλιώς θα εμφανιστεί.

> Η επιθυμία για προσοχή. Ένα ήσυχο και υπάκουο παιδί μπορεί να μην παίρνει τόση προσοχή όση ένα παιδί «ταραξίας». Ένα εσωστρεφές παιδί απασχολεί πολύ λιγότερο τους γονείς από το εξωστρεφές αδελφάκι του. Οι γονείς συνήθως προσέχουν περισσότερο τη φασαρία από την ησυχία. Ένα ήσυχο παιδί λοιπόν μπορεί να τραβήξει την προσοχή των γονιών του με τη σχολική του επίδοση (όχι ότι δεν θα το κάνει ένα εξωστρεφές παιδί). Κι αυτό μπορεί να μην είναι μόνο κακό τελικά ( όπως και όλα τα συμπτώματα), γιατί θα αποτελέσει ένα καμπανάκι για τους γονείς, « κάτι κακό συμβαίνει εδώ, κάτι μου συμβαίνει, ασχοληθείτε μαζί μου, το  έχω ανάγκη, σας έχω ανάγκη.

Συνεχίζεται στο Μέρος 2ο…Τι πρέπει να κάνετε;

 

  • Φεβρουάριος, 27
  • 1595
  • Μάθηση, Σχολείο
  • Περισσότερα

Προσπαθώντας να οριοθετήσουμε τα παιδιά Μέρος 3ο

Επόμενος γονέας:

> Ο χαλαρός, ανεκτικός γονέας. Πρόκειται για έναν γονέα, που δεν δίνει καμία κατεύθυνση, καμία δομή στην οικογένεια. Έχει ελάχιστες απαιτήσεις. Δεν θέτει όρια γιατί πιστεύει, πως χρειάζονται. Δεν υπάρχει κανένα πρόγραμμα, γιατί δεν το έχει κανείς ανάγκη.  Αποφεύγει τις συγκρούσεις. Έχει πολύ μικρές προσδοκίες από τα παιδιά του για ωριμότητα και αυτοέλεγχο. Αποτέλεσμα: Αυτός ο γονέας μπορεί να μεγαλώσει παιδιά ανεύθυνα ή παιδιά που εφόσον δεν τους έχει δοθεί κανένας δρόμος, εκείνα επέλεξαν το δικό τους και έμαθαν να κάνουν τα πάντα με το δικό τους τρόπο σε σημείο τέτοιο, που να δυσφορούν έντονα, όταν συμβεί το αντίθετο ή απλά κάτι άλλο από αυτό που ξέρουν. Είναι δηλαδή παιδιά, που δεν μπορούν να προσαρμοστούν σε άλλα περιβάλλοντα, τα βρίσκουν σκούρα εκτός σπιτιού ή επιβάλλονται έντονα και με επιθετικότητα. Τα παιδιά του χαλαρού γονέα είναι, πιθανά, παιδιά με χαμηλό αυτοέλεγχο (δυσκολεύονται να ελέγξουν τη συμπεριφορά τους, όταν κάποιος επιτέλους τους το ζητήσει), ανώριμα σε επίπεδο σκέψης, απαιτητικά, με χαμηλές κοινωνικές δεξιότητες (πιθανή συνέπεια να έχουν προβλήματα στις σχέσεις τους με άλλα παιδιά) και επιθετικά.

> Ο αμελής, αδιάφορος γονέας. Είναι ο γονέας που δεν καλύπτει τις βασικές συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών του, δεν εμπλέκεται ή δεν θέλει να εμπλέκεται μαζί τους σχεδόν καθόλου συναισθηματικά. Τους παρέχει καταφύγιο και τροφή, αλλά όχι τη ζεστασιά που χρειάζονται τα παιδιά, άνευ όρων αγάπη, πλήρη αποδοχή, σεβασμό, φροντίδα, όρια βασισμένα στις ανάγκες τους. Τον ενδιαφέρουν περισσότερο «τα δικά του» (εργασία, φίλοι, κοινωνική ζωή, συναισθηματικά προβλήματα), παρά τα παιδιά του. Αντιδρούν με αδιαφορία όταν τα παιδιά ζητούν προσοχή, με οποιοδήποτε τρόπο (θετικό ή αρνητικό). Αδιαφορεί για τις πραγματικές τους ανάγκες. Αποτέλεσμα: Τα παιδιά αυτών των γονέων πρέπει να μάθουν να μεγαλώνουν μόνα τους. Φοβούνται να δημιουργήσουν σχέσεις (αυτό τους το έχουν μάθει πολύ καλά οι γονείς τους), θεωρούν ότι θα εξαρτηθούν, ότι θα εξαπατηθούν. Αντίθετα είναι πιο επιρρεπή στις κάθε είδους εξαρτήσεις (ναρκωτικά, αλκοόλ, διαδίκτυο, τζόγος), γιατί προσπαθούν απεγνωσμένα να καλύψουν με κάποιο τρόπο τις βασικές συναισθηματικές τους ανάγκες, προσπαθούν να ανακουφίσουν όποια δυσάρεστα συναισθήματα έχουν (φόβος, έντονο στρες, θλίψη), να γεμίσουν τα «κενά» τους. Άλλωστε οι εξαρτήσεις αυτό το σκοπό εξυπηρετούν, ανακουφίζουν, πρόσκαιρα όμως.

> Ο αυστηρός γονέας. Είναι εκείνος ο γονέας, που θέτει όρια, θέτει κανόνες. Τα παιδιά του γνωρίζουν ποιες είναι οι συνέπειες των πράξεων τους και επιλέγουν ελεύθερα γνωρίζοντας τι θα συμβεί (αν δεν ολοκληρώσω τα μαθήματά μου, δεν μπορώ να δω τηλεόραση, το μεσημέρι είναι μια ώρα κοινής ησυχίας, οι άνθρωποι ξεκουράζονται, μπορώ να το κάνω κι εγώ, αν όμως δεν θέλω μπορώ να παίξω ήσυχα στο δωμάτιό μου κ.α). Ο αυστηρός γονέας είναι δεκτικός, βάζει πρώτη την επικοινωνία, είναι δίκαιος αλλά και ευέλικτος. Έχει στόχο την αυτονομία, την ανεξαρτησία των παιδιών του και την αύξηση της αυτοεκτίμησής τους, γι’ αυτό τα αφήνει να επιλέξουν, να πάρουν πρωτοβουλίες ακόμα κι αν φαίνεται ότι κάτι θα πάει στραβά, τα αφήνει να υποστούν τις συνέπειες. Αυτό σημαίνει πως στο λάθος είναι υποστηρικτικός και ενθαρρυντικός, παρά επικριτικός και εκδικητικός. Τα υποστηρίζει και τα ενθαρρύνει γιατί πιστεύει στην αγάπη άνευ όρων, θα σε αγαπώ ότι κι αν γίνει, είτε επιλέξεις το ένα είτε το άλλο, στην πλήρη αποδοχή των παιδιών του, σε αποδέχομαι όπως ακριβώς είσαι, ακόμα κι αν η συμπεριφορά σου με εκνευρίζει πολλές φορές, στη φροντίδα, θα σε φροντίζω με τον τρόπο μου, όσο εσύ μεγαλώνεις, στον σεβασμό της επιλογής, μπορείς να κάνεις αυτό που θεωρείς σωστό, στα σταθερά και βασισμένα στις ανάγκες των παιδιών του όρια, θα σου δείχνω το σωστό ή θα σου λέω τη γνώμη μου περιμένοντας να πάρουμε μια κοινή απόφαση (μεγαλώνοντας).  Αποτέλεσμα: Τα παιδιά των αυστηρών γονέων είναι πιο χαρούμενα, πιο ισορροπημένα, γιατί οι γονείς τους έχουν καλύψει τις βασικές συναισθηματικές ανάγκες τους (αγάπη, αποδοχή, σεβασμός, φροντίδα, όρια), σταθερά και με συνέπεια. Φαίνεται να έχουν μεγαλύτερο αυτοέλεγχο (ελέγχω τη συμπεριφορά μου) και να πετυχαίνουν να αυτορρυθμίζονται (ρυθμίζω το συναίσθημα, τη σκέψη και τη συμπεριφορά μου) πολύ πιο εύκολα και αποτελεσματικά από παιδιά τις ηλικίας τους. Έχουν καλές κοινωνικές δεξιότητες και αυτοπεποίθηση.

Όλα τα παιδιά έχουν ανάγκη γονείς δυνατούς, σταθερούς αλλά και ευέλικτους, δεκτικούς και δίκαιους. Πάνω απ’ όλα όμως χρειάζονται γονείς που να έχουν προτεραιότητα την αγάπη τους για αυτά. Τα όρια κάνουν κακό στα παιδιά αν δεν συνοδεύονται από την ανεμπόδιστη αγάπη, την πλήρη αποδοχή, τη φροντίδα και το σεβασμό σε αυτά καθημερινά και με κάθε ευκαιρία. 

  • Φεβρουάριος, 25
  • 1820
  • Όρια και όχι μόνο, Συμπεριφορά
  • Περισσότερα

Προσπαθώντας να οριοθετήσουμε τα παιδιά Μέρος 1ο

Οριοθετώ σημαίνει καθορίζω μέχρι που μπορώ να πάω, ποια είναι η κόκκινη γραμμή που αν την φτάσω και δεν την ξεπεράσω, η συμπεριφορά μου είναι καλή, αποδεκτή, αν όμως την ξεπεράσω τότε αυτόματα η συμπεριφορά γίνεται μη αποδεκτή. Όλοι έχουμε ακούσει, πως τα παιδιά έχουν ανάγκη τα όρια. Πράγματι, η ύπαρξη και η σταθερή και συνεπής εφαρμογή τους για όσο τα παιδιά το έχουν ανάγκη, αποτελούν μια βασική συναισθηματική ανάγκη των παιδιών. Η συνέπεια και η σταθερότητα στα όρια, δηλαδή η ύπαρξη σταθερών κανόνων βασισμένων στις πραγματικές ανάγκες τους (λαμβάνουμε πάντα υπόψη την ωριμότητα και την ηλικία) και η συνεπής εφαρμογή τους σημαίνει για τα παιδιά κάτι πολύ μεγάλο, σημαίνει σταθερότητα. Αν τα παιδιά χρειάζονται ένα σταθερό περιβάλλον, η σταθερή οριοθέτηση αποτελεί ένα από τα πράγματα που οφείλουμε να κάνουμε για να τους το παρέχουμε.

Το σταθερό περιβάλλον είναι το περιβάλλον που παρέχει στα παιδιά την αίσθηση της ασφάλειας. Τα ασφαλή παιδιά είναι τα παιδιά που μεγαλώνουν και γίνονται συναισθηματικά ώριμοι άνθρωποι. Τα ασφαλή παιδιά είναι αυτά που αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους, έχουν αυτοπεποίθηση, πιστεύουν δηλαδή στον εαυτό τους αλλά και στους ανθρώπους, στον κόσμο, άρα είναι έτοιμα να βγουν εκεί έξω με αυτοπεποίθηση και να μάθουν τα πάντα γύρω τους. Νιώθω ασφαλής, άρα θέλω να παίξω, να τρέξω, να κάνω φίλους, να μάθω, να ζήσω.

Πολλές είναι οι φορές, που τα όρια τα καθορίζουν τα ίδια τα παιδιά. Όταν ρωτάμε τους γονείς ποιος είναι ο αρχηγός στο σπίτι, εκείνοι με καμάρι απαντούν, πως είναι ο μικρός τους γιος ή η μικρή τους κόρη. Το παιδί είναι αυτό που παίρνει τις αποφάσεις για εκείνο και για τους γονείς του, αποφάσεις που φυσικά δεν είναι αναμενόμενο να παίρνει στην ηλικία του. Όσο χαριτωμένο κι αν είναι, αρχικά, αυτό για τους γονείς, τόσο χειρότερο γίνεται στη συνέχεια. Το παιδί δυσφορεί, δυσανασχετεί και φοβάται για πράγματα που οι γονείς δεν θα ανέμεναν. Πως είναι δυνατόν να είναι αντάρτης στο σπίτι και έξω από αυτό να μην μπορεί να μιλήσει; Γιατί συμβαίνει αυτό;

Το παιδί αυτό δεν διαφέρει σε τίποτα από τα παιδιά της ηλικίας του, ώστε να μπορεί να παίρνει αποφάσεις για το ίδιο, αποφάσεις που θα έπρεπε να πάρουν οι γονείς του. Αποφασίζει τελικά γιατί του έχουμε δώσει εμείς το χώρο να το κάνει. Γιατί εμείς του έχουμε παραχωρήσει το ρόλο μας ως γονείς. Κάποιος πρέπει να είναι ο γονέας και είναι το παιδί γιατί εμείς το αφήσαμε. Μπορεί όμως το παιδί μας να σηκώσει τέτοιο βάρος; Τι μηνύματα άραγε του δίνουμε, όταν του παραχωρούμε το ρόλο μας, έτσι απλά;

Μπορεί να δείχνει έτοιμο να πάρει αποφάσεις που δεν είναι της ηλικίας του, αλλά δεν είναι, γιατί είναι απλά ένα παιδί. Μπορεί να δείχνει δυνατό αλλά δεν είναι, γιατί δεν μπορεί να είναι. Το αποτέλεσμα είναι το παιδί να συνειδητοποιεί ότι έχει δυο πολύ αδύναμους γονείς δίπλα του. Πως είναι δυνατό δυο αδύναμοι γονείς να μπορούν να μου δώσουν ασφάλεια; Το παιδί σας έχει απόλυτη ανάγκη να σας βλέπει σαν δυο υπερήρωες, που ξέρουν τα πάντα, που μπορούν τα πάντα, που νικούν κάθε κακό, όσο δυνατό κι αν είναι. Μόνο τότε αισθάνεται ασφάλεια.

Συνεχίζεται Μέρος 2ο…

  • Φεβρουάριος, 24
  • 2078
  • Όρια και όχι μόνο, Συμπεριφορά
  • Περισσότερα

Το παιδί μου είναι έξυπνο αλλά δεν μαθαίνει

Η Δώρα είναι ένα έξυπνο παιδί. Δεν έχει κάποιο πρόβλημα υγείας ή αναπηρία, είναι όμως συνεσταλμένη. Ακούω τη φωνή της από λίγο έως καθόλου κάθε μέρα. Έχει μείνει πίσω στην προετοιμασία για την Α’ τάξη (προανάγνωση, προγραφή, προμαθηματικά). Ενημέρωσα τους γονείς πως η Δώρα έχει Μαθησιακές Δυσκολίες. Γιατί όμως;

Τι συμβαίνει, όταν οι γονείς παίρνουν διαβεβαιώσεις από τους νηπιαγωγούς, ότι είναι υγιή και έξυπνα, ενώ εκείνα δεν μαθαίνουν και αντιμετωπίζουν προβλήματα συμπεριφοράς;

Η Δώρα είχε κάποια καθυστέρηση στο λόγο, προφορικό και γραπτό, πολύ χαμηλό κίνητρο για οποιαδήποτε μορφή μάθησης, τα παράταγε εύκολα, αντιμετώπιζε οτιδήποτε καινούργιο είτε με άρνηση είτε με έντονο άγχος, λόγω της μεγάλης της πίστης ότι δεν θα τα καταφέρει. Ήταν ένα ντροπαλό παιδί που απόφευγε την επαφή με άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα αν δεν τους ήξερε καλά, κάτι που φυσικά δεν συνέβαινε στο σπίτι.

Η Δώρα ζούσε σε μια οικογένεια με ακόμα ένα παιδί και δυο γονείς αρκετά απαιτητικούς. Όταν εκείνη ήταν ακόμα μωρό, η μεγάλη της αδελφή αντιμετώπισε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Έζησε «ξεχασμένη» από τους γονείς για δύο σχεδόν χρόνια. Στα τρία της μιλούσε πολύ λίγο, δεν έπαιζε μόνη της και έκλαιγε πολύ συχνά για ασήμαντους λόγους.

Όταν το πρόβλημα υγείας της αδελφής της αντιμετωπίστηκε και υπήρχε πια χρόνος και χώρος για εκείνη, η Δώρα είχε μείνει ήδη πολύ «πίσω» γνωστικά και συναισθηματικά. Και ενώ θα μπορούσε μαζί με τους γονείς της να κερδίσουν το χαμένο χρόνο, αν ήταν υπομονετικοί και ενθαρρυντικοί, εκείνοι ήταν πολύ επικριτικοί μαζί της και τόνιζαν τα λάθη της. Έτσι η Δώρα επιβεβαίωσε την αρχική της πεποίθηση ότι δεν είναι αρκετά καλή γι’ αυτούς (την δόμησε όσο εκείνοι δεν ασχολούνταν μαζί της, δεν με φροντίζουν, άρα δεν το αξίζω, δεν με αγαπούν μιας και δεν με φροντίζουν), ότι δεν θα τα καταφέρει, αφού δεν είναι αρκετά καλή. Θλίψη και απόσυρση χαρακτήριζαν τη Δώρα, που σήμαινε πως δεν έπαιρνε πρωτοβουλία για παιχνίδι, δεν συμμετείχε στις δραστηριότητες του νηπιαγωγείου, άρα δεν μάθαινε. Δεν δημιουργούσε εύκολα σχέσεις με άλλα παιδιά, αφού κανείς δεν της «έμαθε» πώς είναι να έχεις ή με ποιο τρόπο θα την αποκτήσεις. Οι γονείς την πίεζαν κι εκείνη αντιδρούσε με κλάματα και έντονο άγχος.

Τα παιδιά μπορούν να μάθουν γιατί γεννιούνται με αυτή τη δυνατότητα. Θέλουν να μάθουν αυθόρμητα, φυσικά, γιατί γεννιούνται με αυτή την ενόρμηση. Θέλω να ζήσω, άρα θέλω να μάθω. Αυτός ο φυσικός αυθορμητισμός εξανεμίζεται, όταν τα παιδιά δεν αισθάνονται καλά, όταν δεν αισθάνονται ασφαλή. Όταν δηλαδή δεν αγαπιούνται, δεν είναι αποδεκτά από τους γονείς τους ακριβώς όπως είναι, όταν δεν τα φροντίζουν, όταν δεν τα οδηγούν οριοθετώντας τα. Δεν με αγαπούν, δεν με φροντίζουν, δεν με θέλουν όπως είμαι γιατί προφανώς δεν είμαι αρκετό, δεν είμαι καλό, δεν αξίζω. Τα παιδιά γεμίζουν με αρνητικά συναισθήματα, δυσφορούν και η πεποίθηση πως δεν είναι αρκετά καλά για να μπορούν να τα καταφέρουν, χαράσσεται βαθιά μέσα τους και τα εμποδίζει να θέλουν να παίξουν, δηλαδή να θέλουν να μάθουν. Οι Μαθησιακές Δυσκολίες μαζί με όλες τις άλλες κάνουν την εμφάνισή τους από το νηπιαγωγείο και συνεχίζουν να υπάρχουν και να ενδυναμώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολείου, αν δεν αλλάξει κάτι στον τρόπο που μεγαλώνουν το παιδί οι γονείς του.

Αγαπήστε τα παιδιά σας, καλύψτε τις βασικές συναισθηματικές ανάγκες τους κι εκείνα θα θέλουν να μάθουν, γιατί θα θέλουν να ζήσουν.

  • Φεβρουάριος, 24
  • 1912
  • Μάθηση, Μαθησιακές Δυσκολίες
  • Περισσότερα

Όταν η επιθετική συμπεριφορά συνοδεύεται από Μαθησιακές Δυσκολίες

Ο γιος μου είναι απρόσεκτος και επιθετικός. Μου το είπε και η δασκάλα. Μας έχει κάνει ρεζίλι και στο σχολείο τώρα! Πάντα είχα το νου μου σ’ αυτό το παιδί… Συνέχεια δυσκολίες μας φέρνει, ενώ η αδελφή του άλλο παιδί. Ήσυχο, δεν μας έβαλε ποτέ σε μπελάδες. Μας είπαν πως έχει μαθησιακές δυσκολίες και πως η δασκάλα του δεν τα βγάζει πέρα μαζί του.

Ο Παναγιώτης είναι πράγματι απρόσεκτος. Η διάσπαση της προσοχής σε συνδυασμό με την επιθετικότητα προκαλεί πολλαπλά προβλήματα τόσο στον Παναγιώτη, όσο και στην οικογένειά του. Δύο ερωτήματα βασανίζουν τους γονείς: Γιατί είναι έτσι τα πράγματα, τι έφταιξε; Τι μπορούμε να κάνουμε;

Αν το γιατί φτάσαμε ως εδώ ήταν ένα παζλ, αυτές θα ήταν μερικές από τις ερωτήσεις, οι απαντήσεις των οποίων θα το συμπλήρωναν. Η απροσεξία του Παναγιώτη είναι εγγενής ή επίκτητη; Γεννήθηκε με αυτή ή μήπως κάποιος περιβαλλοντικός παράγοντας την προκαλεί; Πότε ξεκίνησε η επιθετικότητα και πως συνήθως την αντιμετωπίζουν οι γονείς;

Ο Παναγιώτης είναι 7 ετών και φοιτά στην Β’ τάξη. Μέχρι τα 4 του χρόνια η σωματική, γνωστική και συναισθηματική του ανάπτυξη ήταν φυσιολογική. Οι γονείς του τον χαρακτήριζαν έξυπνο, χαρούμενο και ενεργητικό. Ξαφνικά ο Παναγιώτης εμφάνισε μια συναισθηματική αστάθεια. Γκρίνιαζε και φώναζε, δεν έπαιζε πια μόνος του και δεν είχε την ίδια διάθεση για παιχνίδι, ενώ είχε και προβλήματα στον ύπνο. Είχε εφιάλτες και σχεδόν κάθε βράδυ σηκωνόταν από το κρεβάτι του και πήγαινε σε αυτό των γονιών του, όπου και κοιμόταν. Γρήγορα εμφανίστηκαν προβλήματα και στον παιδικό σταθμό. Δεν ήταν συνεργάσιμος στην τάξη και προτιμούσε πια να λύνει τις διαφορές του με τα άλλα παιδιά με τρόπο επιθετικό. Την ίδια εποχή η επιθετικότητα έκανε την εμφάνισή της και στο σπίτι. Σπρωξίματα, κλωτσιές και ξυλιές είχαν αναστατώσει όλη την οικογένεια. Τα πράγματα δεν άλλαζαν με τον καιρό, μάλλον χειροτέρευαν.

Όταν ο Παναγιώτης πήγε σχολείο έγινε πια ολοφάνερη η διαφορά από τους συμμαθητές του και σε μαθησιακό επίπεδο. Δεν μπορούσε να ακολουθήσει το ρυθμό του τμήματός του. Ήταν απρόσεκτος και σχεδόν ποτέ καλά διαβασμένος. Όλα αυτά μέχρι σήμερα που η δασκάλα του ενημέρωσε τους γονείς του για τη συμπεριφορά του και για τις δυσκολίες του στη μάθηση.

Πώς είναι δυνατό να αλλάζει έτσι ξαφνικά η διάθεση ενός παιδιού, η συμπεριφορά του αλλά και η ικανότητά του να μαθαίνει; Τα πράγματα είναι απλά, όχι όμως και για τον Παναγιώτη, όπως αποδείχθηκε. Στα τέσσερά του χρόνια ο Παναγιώτης βίωσε μια απότομη αλλαγή στο οικογενειακό του περιβάλλον. Η επιχείρηση του πατέρα έκλεισε και τα χρήματα από τη δουλειά της μητέρας του δεν επαρκούσαν για την κάλυψη των αναγκών τους. Οι τσακωμοί των γονιών ήταν καθημερινοί μέσα στο σπίτι. Η μητέρα βρήκε δεύτερη δουλειά και ο πατέρας αναγκάστηκε να δεχθεί μια δουλειά εκτός πόλης κι έτσι αποχωριζόταν την οικογένειά του κάθε Κυριακή και την ξανάβλεπε το επόμενο Σάββατο. Η διάθεση των γονιών καθώς και ο χρόνος που αφιέρωναν στα παιδιά τους άλλαξε δραματικά. Η μικρή αδελφή του Παναγιώτη έμενε πια με τη γιαγιά της σε ένα συναισθηματικά ασφαλές περιβάλλον (σταθερό). Κάτι που έλειπε από τον Παναγιώτη, ο οποίος έμενε με μια ταλαιπωρημένη και όχι διαθέσιμη μαμά.

Τα παιδιά για να μεγαλώσουν έχουν απόλυτη ανάγκη τη σταθερότητα. Αυτή είναι που τροφοδοτεί την αίσθηση ασφάλειας που χρειάζονται. Έχουν ανάγκη να μεγαλώνουν με γονείς σταθερούς και συνεπείς. Χρειάζονται ανεμπόδιστη αγάπη, αγάπη άνευ όρων, πλήρη αποδοχή, φροντίδα, σεβασμό, ξεκάθαρα όρια βασισμένα στις ανάγκες τους που συνεχώς αλλάζουν κι όλα αυτά με σταθερότητα και συνέπεια. Για να νιώσουν ασφάλεια δηλαδή, έχουν ανάγκη οι γονείς τους να καλύπτουν τις βασικές συναισθηματικές τους ανάγκες (αγάπη, αποδοχή, φροντίδα, σεβασμός, όρια) σταθερά και με συνέπεια. Έχουν ανάγκη να γνωρίζουν ότι θα τα αγαπούν ότι κι αν γίνει, ότι τα αποδέχονται πλήρως, ότι πάντα θα τα φροντίζουν, ότι πάντα θα τους δείχνουν το δρόμο οριοθετώντας τα.

Αυτό δεν σημαίνει, πως τα παιδιά δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις αλλαγές στο περιβάλλον τους. Όσο μεγαλώνουν η ικανότητά τους να προσαρμόζονται συνεχώς αυξάνεται. Τι συμβαίνει όμως,, όταν δεν μπορούν να προσαρμοστούν οι γονείς; Δεν μπορούν και τα παιδιά τους. Στην περίπτωση του Παναγιώτη, οι γονείς με το να βρουν νέα εργασία, κάλυψαν μόνο ένα κομμάτι αυτού που λέμε προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Το υπόλοιπο, το να προσαρμοστούν και συναισθηματικά στη νέα κατάσταση, δεν το κατάφεραν. Δεν ήταν πια χαρούμενοι, ήταν θλιμμένοι και θυμωμένοι που η ζωή τους άλλαξε. Δεν μίλησαν ποτέ στα παιδιά τους για το τι συνέβη και πώς θα το αντιμετωπίσουμε. Τα παιδιά καταλαβαίνουν πάντα τις αλλαγές στην οικογένεια, όσο μικρά κι αν είναι. Αν δεν τους εξηγήσει κανείς τι έχει συμβεί και τι θα συμβεί, χρησιμοποιούν την ανώριμη ακόμα σκέψη τους για να κατανοήσουν τη νέα κατάσταση. Τα συμπεράσματα που βγάζουν είναι συνήθως ανακριβή και λόγω του εγωκεντρισμού τους (όλα γυρίζουν γύρω από εμένα), ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες, θεωρούν πως για ότι κακό έχει έρθει, ευθύνονται τα ίδια. Οι γονείς του Παναγιώτη, λόγω της κακής συναισθηματικής τους κατάστασης αμέλησαν να ασχολούνται με τα παιδιά τους, να μιλούν με τα παιδιά τους, να παίζουν μαζί τους, να τα φροντίζουν αντί απλά να τους δίνουν το φαγητό και τα ρούχα τους. Αμέλησαν δηλαδή να καλύψουν τις βασικές συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών τους. Ο Παναγιώτης είχε ανάγκη από ένα σταθερό περιβάλλον και μόνο αυτό δεν είχε. Είχε ανάγκη να τον αγαπούν και να τον προσέχουν σταθερά και δεν το είχε.

Το αποτέλεσμα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι τα παιδιά να «μιλούν» στους γονείς τους με «σημάδια». Κακή διάθεση, επιθετικότητα, εφιάλτες, μείωση ενασχόλησης με αγαπημένες δραστηριότητες, μαθησιακές δυσκολίες, διάσπαση προσοχής, βρέξιμο του κρεβατιού κ.α. Κοιτάξτε με έχω αλλάξει. Είναι το καμπανάκι στους γονείς για να τα προσέξουν. Στην περίπτωση του Παναγιώτη οι Μαθησιακές Δυσκολίες, που εμφάνισε, ήταν δυσκολίες επίκτητες, αποτέλεσμα της κακής του διάθεσης και της διάσπασης προσοχής. Η απροσεξία του ήταν μόνο ένα κομμάτι της κακής συναισθηματικής του εικόνας. Ενώ η επιθετικότητα, η έκφραση της μεγάλης του αγωνίας να τον προσέξουν οι γονείς του. Δεν είμαι καλά! Βοήθεια!

  • Φεβρουάριος, 24
  • 2179
  • Καθημερινές ανησυχίες, Μάθηση, Μαθησιακές Δυσκολίες, Συμπεριφορά
  • Περισσότερα
Σελίδα 1 από 212»

Αναζήτηση

Ετικέτες

άνευ όρων αγάπη αγκαλιά αγχος ανάγνωση ανακουφίζω ανεμπόδιστη ανάπτυξη αποχωρισμος ασφάλεια αυτοπεποίθηση γονείς γονιος διάβασμα διαζύγιο δυσλεξία ελεύθερος χρόνος ενσυναίσθηση επιθετικότητα επικοινωνία εφηβεία θάνατος θυμός κάλυψη βασικών συναισθηματικών αναγκών κλάμα μαθαινω μαθησιακές δυσκολίες μονογονέας μωρό νηπιαγωγείο νηπιο πένθος παιδί παιχνίδι πρωινό συμπεριφορά συναισθηματα συναισθηματική νοημοσύνη σχολείο τεχνολογία φροντίζω τον εαυτό μου φωνολογική επίγνωση φόβος χαμηλή αυτοεκτίμηση χαρούμενα παιδιά ψέμα όρια

Αρχειοθέτηση

  • Σεπτέμβριος 2017
  • Ιούνιος 2017
  • Φεβρουάριος 2016
  • Ιανουάριος 2016
  • Δεκέμβριος 2015
  • Νοέμβριος 2015
  • Οκτώβριος 2015
  • Σεπτέμβριος 2015
  • Ιούλιος 2015
  • Ιούνιος 2015
  • Μάιος 2015
  • Απρίλιος 2015
  • Μάρτιος 2015
  • Φεβρουάριος 2015
  • Ιανουάριος 2015
  • Δεκέμβριος 2014
  • Νοέμβριος 2014
  • Οκτώβριος 2014
  • Σεπτέμβριος 2014
  • Μάιος 2014
  • Μάρτιος 2014

Πρόσφατα

  • Εσείς αφήνετε το παιδάκι σας να κλάψει;
  • Πως θα μάθει το μωρό μου παίζοντας «ελεύθερο παιχνίδι»;
  • Ξεπερνώντας ένα τραυματικό τοκετό: «Γράμμα στην κόρη μου»
  • Πώς το παιδί μου θα έχει υγιείς σχέσεις, αφού εγώ δεν είμαι παντρεμένη;
  • Οι γονείς μου χώρισαν. Και τώρα τι; Ο μπαμπάς θα πεθάνει;

Έφη Φύσσα


Ψυχολόγος Αγίου Χριστοφόρου 9, Αγρίνιο τηλ. 6945506210, email info@fissaefi.gr

• Συμβουλευτική γονέων
• Ομάδες γονέων
• Ατομική ψυχοθεραπεία παιδιού και εφήβου
• Εικαστική Θεραπεία: Θεραπεία μέσω της ζωγραφικής και του παραμυθιού
• Παιγνιοθεραπεία
• Αξιολόγηση και Αποκατάσταση Μαθησιακών Δυσκολιών
• Αξιολόγηση και Αποκατάσταση Διαταραχής Ελλειματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητας

Χρήσιμοι σύνδεσμοι


www.fissaeleni.gr

Πλοήγηση

  • Αρχική
  • Βιογραφικό
  • Υπηρεσίες
  • Συχνές Ερωτήσεις
  • Επικοινωνία
  • Προγράμματα για γονείς
  • Online Συμβουλευτική
  • Πολιτική προστασίας

Ημερολόγιο

Μάιος 2022
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
« Σεπ    
 1
2345678
9101112131415
16171819202122
23242526272829
3031  

Copyright 2015 | Φύσσα Έφη | All Rights Reserved

Web Design niba&co