«Άλλο φόβος και άλλο φοβία; Ποια η διαφορά; Πώς δημιουργούνται οι φοβίες; Ποια είναι τα σημάδια που μπορώ να παρατηρήσω στο παιδί μου, για να αναζητήσω βοήθεια;», αποτελούν πιθανές ερωτήσεις γονέων που ανησυχούν βλέποντας τα παιδιά τους να φοβούνται.
Ο φόβος είναι ένα από τα συναισθήματα του ανθρώπου, προστατευτικού χαρακτήρα, μια φυσιολογική αμυντική αντίδραση του οργανισμού, μπροστά σε μία πραγματική ή πλασματική απειλή ή κίνδυνο. Αντίθετα, η φοβία είναι ο αδικαιολόγητος, επίμονος, έντονος, παράλογος φόβος που βιώνει ο άνθρωπος και τον οδηγεί να αποφεύγει καταστάσεις που πιστεύει, πως θα του δημιουργούσαν αυτό το φόβο ή όταν τελικά έρχεται αντιμέτωπος με αυτές, βιώνει έντονο άγχος.
Όταν το παιδί έρθει αντιμέτωπο με το φοβικό ερέθισμα π.χ κάποιο σκυλί, αντιδρά άμεσα με έντονο άγχος, εφίδρωση, ταχυπαλμία, τρόμο, κλάμα, δεν θέλει σε καμία περίπτωση να έρθει σε επαφή με το σκύλο και αναγκάζεστε να περάσετε στο απέναντι πεζοδρόμιο για να συνεχίσετε την πορεία σας. Το ίδιο συμβαίνει κάθε φορά που έρχεστε σε επαφή με κάποιο σκυλί, όσο άκακο ή χαριτωμένο κι αν είναι. Ενώ πια το παιδί προτιμά συγκεκριμένες διαδρομές βγαίνοντας από το σπίτι κι αποφεύγει άλλες, γιατί γνωρίζει ότι σε αυτές είναι πολύ πιθανό να συναντήσει κάποιο σκύλο. Όποιο δρόμο κι αν πάρει για το σχολείο όμως, θα βρει σκυλιά με τους ιδιοκτήτες τους, που κάνουν την πρωινή τους βόλτα. Δεν μπορεί να αποφύγει την επαφή μαζί τους. Γι’ αυτό το λόγο, εδώ και κάποιο καιρό, δεν θέλει να πάει στο σχολείο, ενώ παραπονιέται πως πονάει η κοιλιά του.
Πώς δημιουργούνται οι φοβίες; Είναι πολύ πιθανό να δημιουργηθεί μια φοβία από μία τραυματική εμπειρία του παιδιού. Για παράδειγμα, μπορεί το παιδί να αρχίσει να αναπτύσσει φοβία για τα σκυλιά ,μετά από δάγκωμα που δέχτηκε από κάποιο σκύλο. Επιπλέον μια φοβία μπορεί να αναπτυχθεί, αφού το παιδί συνδέσει δύο αρχικά ανεξάρτητα μεταξύ τους ερεθίσματα. Φανταστείτε ένα παιδί να βρίσκεται στο ασανσέρ την ώρα ενός σεισμού. Ακόμα κι αν το ασανσέρ δεν σταματήσει, το παιδί συνδέει το φόβο που βίωσε εξαιτίας του σεισμού μέσα σε ένα κλειστό χώρο με τον κλειστό χώρο, με αποτέλεσμα τελικά να αναπτύξει φοβία για τους κλειστούς χώρους (κλειστοφοβία).
Ο πιο συχνός τρόπος, που δημιουργούνται οι φοβίες στα παιδιά είναι μέσω των ενηλίκων και μάλιστα μέσω των «σημαντικών» για εκείνα ενηλίκων. Τα παιδιά μαθαίνουν να φοβούνται πράγματα ή καταστάσεις, τα οποία φοβούνται οι γονείς τους. Οι γονείς μεταδίδουν και τα παιδιά λαμβάνουν κάθε τους φόβο είτε αυτός εκφράζεται λεκτικά είτε όχι. Αν για παράδειγμα ένας πατέρας αρπάζει βίαια το παιδί του κάθε φορά που αντικρύζει κάποιο έντομο που πετάει, το πιο πιθανό είναι το παιδί να φοβηθεί. Αν επιπλέον ο ίδιος τρέχει κάθε φορά, που πλησιάζει μια σφήκα και αντιδρά με έντονο άγχος, αν καταστρώνει ολόκληρο σχέδιο για το πώς θα αποφύγουμε ενδεχόμενη επίθεση από σφήκα ή τι ακριβώς θα κάνουμε μετά το τσίμπημά της και όλο αυτό είναι υποχρεωμένη να το ακολουθεί ολόκληρη η οικογένεια, το πιο πιθανό είναι να μάθουν να φοβούνται τις σφήκες και τα παιδιά. Όσο πιο συστηματικές, έντονες και παράλογες είναι οι αντιδράσεις σε συγκεκιμένα ερεθίσματα στο περιβάλλον του παιδιού, τόσο πιο πιθανό είναι ο φόβος του να γίνει φοβία. Το συμπέρασμα είναι πως τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, όταν έρχονται αντιμέτωπα με τις συνέπειες των συναισθημάτων των ενηλίκων του περιβάλλοντος τους (τις αντιδράσεις τους), αλλά πιο πολύ των γονιών τους.
Πώς θα καταλάβετε ότι ο φόβος του για κάτι έχει μετατραπεί σε φοβία, έτσι ώστε να αναζητήσετε βοήθεια από ειδικό;
Αναζητήστε βοήθεια αν:
> Οι αντιδράσεις του παιδιού είναι επίμονες και υπερβολικές.
> Οι αντιδράσεις του είναι έντονα δυσανάλογες σε σχέση με το ερέθισμα ή την κατάσταση που τις προκάλεσε.
> Οι αντιδράσεις του παρουσιάζουν αντοχή στο χρόνο και είναι συστηματικές.
> Οι αντιδράσεις του συνοδεύονται από σωματικά ενοχλήματα.
> Αποδιοργανώνουν το παιδί.
> Εμποδίζουν καθημερινές δραστηριότητες ή αγαπημένες δραστηριότητες.
Η έγκαιρη αντιμετώπιση αλλά κυρίως η αντιμετώπιση των φοβιών είναι καθοριστικής σημασίας για την φυσιολογική συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Το πιο σημαντικό δηλαδή για την αντιμετώπιση των φοβιών είναι να αναζητήσουν τελικά βοήθεια οι γονείς για το παιδί τους. Κι αυτό, γιατί μία φοβία είναι πολύ πιθανό να ενταθεί ακόμη περισσότερο, άρα να ενταθεί το άγχος του παιδιού και άλλα σωματικά συμπτώματα αλλά και οι αποφυγές του (π.χ να μην θέλει να πάει σχολείο). Είναι όμως εξίσου πιθανό να γενικευτεί, δηλαδή οι φοβίες να γίνουν περισσότερες, πράγμα που θα οδηγούσε σε σημαντικότατη έκπτωση της λειτουργικότητας του παιδιού και θα έβαζε εμπόδια στη φυσιολογική συναισθηματική και κοινωνική του ανάπτυξη. Επιπλέον, είναι συχνό φαινόμενο παιδικές φοβίες, που δεν αντιμετωπίζονται να εδραιώνονται και να συνοδεύουν τα παιδιά και στην ενήλική τους ζωή. Οι φοβίες είναι αγχώδεις διαταραχές και πρέπει να αντιμετωπίζονται από ειδικούς. Δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς υποστηρικτικά, όπως στην περίπτωση των απλών φόβων.
Αν είστε γονείς ή έρχεστε σε καθημερινή επαφή με παιδιά δράστε προληπτικά! Ένα παιδί, που του δίνεται η ευκαιρία να δράσει μόνο του, να πάρει πρωτοβουλίες, ένα παιδί αυτόνομο για την ηλικία του, ένα παιδί που ζει σε μια ζεστή οικογένεια ή ένα συναισθηματικά ασφαλές περιβάλλον και όχι υπερπροστατευτικό, είναι ένα παιδί λιγότερο ευάλωτο στην εκδήλωση φοβιών. Φαίνεται πως όσο πιο πολύ ενθαρρύνετε την αυτάρκεια του παιδιού σας, τόσο πιο πολύ το προστατεύετε από τις φοβίες. Τι ειρωνεία!